Lookup cumulative lexical entry: جاء
- ἀνέρχομαι
- ἀνέρχομαι (verb) Artem. Onirocr.
- διακομίζω
- διακομίζω (verb) Arist. Gener. anim. ǧāʾū bihā
- ἐπάγω
- ἐπάγω (verb) Artem. Onirocr. ἐπάγομαι = taǧīʾu bihi
- ἐπιλαμβάνω
- ἐπιλαμβάνω (verb) Hippocr. Nat. hom.
- ἔρχομαι
- ἔρχομαι (verb) Arist. An. post. διὰ τί ἦλθεν = li-mā-ḏā ǧāʾa
- ἔρχομαι (verb) Arist. Cael.
- ἔρχομαι (verb) Arist. Cael.
- ἔρχομαι (verb) Arist. Gener. anim.
- ἔρχομαι (act. part.) Arist. Rhet. ἐλθόντες = ǧāʾa
- ἔρχομαι (act. part.) Arist. Rhet.
- ἔρχομαι (act. part.) Arist. Rhet. οἱ ἐλθόντες = allaḏīna ǧāʾū
- ἥκω
- ἥκω (verb) Arist. Rhet.
- ἥκω (verb) Galen An. virt.
- καθήκω
- καθήκω (verb) Galen An. virt.
- οἴχομαι
- οἴχομαι (verb) Artem. Onirocr. wa-ǧāʾa
- παραβάλλω
- παραβάλλω (verb) Artem. Onirocr.
- περιπλανάομαι
- περιπλανάομαι (pass. part.) Hippocr. Diaet. acut. περιπλανώμενος = yaḏhabu wa-yaǧīʾu
- πλανάω
- πλανάω (pass. part.) Hippocr. Diaet. acut. πλανώμενος = yaḏhabu wa-yaǧīʾu
- προσέρχομαι
- προσέρχομαι (verb) Artem. Onirocr. yāʾǧiya naḥwahu
- συντελέω
- συντελέω (verb) Artem. Onirocr. yaǧūna bi
- τυγχάνω
- τυγχάνω (verb) Arist. Part. anim.
- τυγχάνω (verb) Arist. Part. anim.
- ὑπηρετέω
- ὑπηρετέω (verb) Galen Med. phil.
- φαίνομαι
- φαίνομαι (verb) Artem. Onirocr.
- φέρω
- φέρω (gerund) Arist. Gener. anim. yaǧīʾu bi...
- φοιτάω
- φοιτάω (verb) Artem. Onirocr.