Lookup cumulative lexical entry: خادم
- διακονέω
- διακονέω (pass. part.) Alex. qu. I 2 [Color] διακονησόμενος = al-qābilu l-ḫādimu
- διάκονος
- διάκονος (noun) Alex. qu. I 2 [Color] διάκονος τε και δεκτικός = qābila ḥāmila ḫādima
- θεράπαινα
- θεράπαινα (noun) Artem. Onirocr.
- θεράπων
- θεράπων (noun) Artem. Onirocr.
- οἰκέτης
- οἰκέτης (noun) Arist. Gener. anim.
- ὑπηρετέω
- ὑπηρετέω (verb) Hippocr. Off. med.
- ὑπηρέτης
- ὑπηρέτης (noun) Aelian. Tact.
- ὑπηρέτης (noun) Artem. Onirocr.
- ὑπηρέτης (noun) Ps.-Plut. Placita
- ὑπηρετικός
- ὑπηρετικός (adj.) Arist. Rhet.