Lookup cumulative lexical entry: خدمة

  1. ἐπιμελέομαι
  2. θεραπεία
  3. θεραπεύω
    • θεραπεύω (act. part.) Arist. Eth. Nic. ὁ θεραπεύων = ammā llaḏī ... kānat ḫidmatuhū
      ὁ δὲ κατὰ νοῦν ἐνεργῶν καὶ τοῦτον θεραπεύων καὶ διακείμενος ἄριστα καὶ θεοφιλέστατος ἔοικεν Arist. Eth. Nic. X 8, 1179a23 = wa-ammā llaḏī yafʿalu bi-ʿaqlin wa-kānat ḫidmatuhū li-l-ʿaqli wa-ḥāluhū ǧayyidatan fa-qad yušbihu an yakūna muḥabban li-llāhi ǧiddan 569.8
  4. ὑπηρεσία
  5. ὑπηρετής
  6. ὑπουργία
  7. χράομαι
    • χράομαι Arist. Testamentum (μὴ πωλεῖν δὲ τῶν παιδῶν μηδένα) ἀλλὰ χρῆσθαι αὐτοῖς = yaqirrūna fī l-ḫidmati
The database query could not be executed.