Lookup cumulative lexical entry: خفّ
- ἀειθαλής
- ἀειθαλής (adj.) Artem. Onirocr. lā yaḫiffu waraquhā
- διατίθημι
- διατίθημι (verb) Artem. Onirocr. διαθήσονται
- εὐημερέω
- εὐημερέω (verb) Arist. Gener. anim. τὰ σώματ᾿ εὐημερεῖ μᾶλλον = aḫṣaba l-ǧasadu wa ḫaffa wa ḥasunat ḥālahu
- κερκις
- κουφίζω
- κουφίζω (verb) Arist. Gener. anim. yaṣlaḥu ... wa ḫiffu
- κοῦφος
- κοῦφος (adj. comp.) Artem. Onirocr. κουφότερον ποιεῖ
- ποιέω
- ποιέω (verb) Artem. Onirocr. κουφότερον ποιεῖ
- ὑπόδημα
- ὑπόδημα (noun) Arist. Cael.
- ὑπόδημα (noun) Arist. Eth. Nic. τὰ ὑποδήματα = al-ḫifāfu
οἷον καὶ ἐν τῇ πολιτικῇ τῷ σκυτοτόμῳ ἀντὶ τῶν ὑποδημάτων ἀμοιβὴ γίνεται κατʼ ἀξίαν Arist. Eth. Nic. IX 1, 1163b34 = miṯla-mā yakūnu fī l-hayʾati l-madaniyyati ayḍan fa-innahū yubādalu l-iskāfu fīhā l-ḫifāfa bi-mā yastaḥiqqu 481.5 - ὑπόδημα (noun) Arist. Gener. anim.
- ὑπόδημα (noun) Arist. Metaph.
- χαλάω
- χαλάω (act. part.) Hippocr. Diaet. acut. χαλῶσα