Lookup cumulative lexical entry: زاغ
- διαστρέφω
- διαστρέφω (verb) Galen An. virt. διαστρέφομαι
οἱ διαστρέφεσθαι λέγοντες ἡμᾶς ὑπό τε τῆς ἡδονῆς Galen An. virt. 77.2 = wa-llaḏīna yaqūlūna inna ārāʾanā tazīġu min qibali l-laḏḏati 41.19 - ἐξίστημι
- ἐξίστημι (verb) Arist. Rhet. hend.; zāġa aw ḥāda ʿan al-ṭarīqi
- σφάλλω
- σφάλλω (verb) Galen An. virt. σφάλλεσθαι = ḫaṭiʾa wa-zāġa
ὁπότε δικαίους εἶναι χρή ... σφάλλεσθαι Galen An. virt. 71.5 = yaḫṭaʾūna wa-yazīġūna ʿani l-ʿadli 37.10