Lookup cumulative lexical entry: شامة
- γράμμα
- γράμμα (noun) Arist. Gener. anim.
- ὀσφρητικός
- ὀσφρητικός (adj.) Galen An. virt.
πάλιν αὖ δυνάμεις αὐτὴν ἔχειν λέγομεν ὀπτικὴν ἀκουστικὴν ὀσφρητικὴν γευστικὴν ἁπτικήν Galen An. virt. 35.2 = qad naqūlu ayḍan [inna lahā] quwwatan mubṣiratan wa-sāmiʿatan wa-šāmmatan wa-ḏawwāqatan wa-lāmisatan 11.14 - στίγμα
- στίγμα (noun) Arist. Gener. anim.