Lookup cumulative lexical entry: صرّيع
- ἀθλητής
- ἀθλητής (noun) Galen Med. phil.
- ἀθλήτης (noun) Hippocr. Aphor. οἱ ἀθληταί = amru l-asnāni l-ṣirrīʿīn
- ἀθλητικός
- ἀθλητικός (adj.) Hippocr. Alim.
- γῆ
- γῆ (noun) Artem. Onirocr. yaqayʿu ṣarīʿan
- παλαιστης
- παλαιστικός
- παλαιστικός (adj.) Arist. Rhet.