Lookup cumulative lexical entry: غرس
- γεωργέω
- γεωργέω (verb) Artem. Onirocr. yaġrisūna...wa-yataʿāhadūna...yaflaḥu
- δένδρον
- δυσεντερία
- δυσεντερία (noun) Hippocr. Aer. iḫtilāfu l-aġrāsi
- δυσεντερία (noun) Hippocr. Aer. iḫtilāfu l-aġrāsi
- δυσεντερία (noun) Hippocr. Aer. iḫtilāfu l-aġrāsi
- κατορύσσω
- κατορύσσω (verb) Arist. Phys. ġarasa fī l-arḍi
εἴ τις κατορύξειε κλίνην καὶ λάβοι δύναμιν ἡ σηπεδών Arist. Phys. II 1, 193a13 = annahū in ġurisa fī l-arḍi sarīrun fa-našaʾat fīhi ʿan al-ʿufūnati quwwatun - φυτευτήριον
- φυτεύω
- φυτεύω (verb) Artem. Onirocr. ġarsu l-šaǧari
- φυτευω Them. In De an.
- φυτευω Them. In De an.
- φυτόν
- φυτόν (noun) Arist. Metaph.
- φύω
- φύω (pass. part.) Hippocr. Nat. hom. φυόμενος