Lookup cumulative lexical entry: قرين
- ἀλλήλων
- ἀλλήλων (pronoun) Arist. Phys. ἐξ ἀλλήλων = al-wāḥidu minhā min qarīnihī
- ἀντίθετος
- ἀντίθετος (adj.) Nicom. Arithm. β ἡμίση ἔχειν τοῦ ἀντιθέτου = fī šayʾin mā ziyādatu niṣfayni min qarīnihi
- ἀντισυγκρίνω
- ἀντισυγκρίνω (pass. part.) Nicom. Arithm. τοῦ ἀντισυγκρινομένου = qarīnihi llaḏī yuqāsu ilayhi
- ἐκεῖνος
- ἐκεῖνος (pronoun) Nicom. Arithm. ἐν ἐκείνῳ = fī qarīnihi
- ἕτερος
- ἕτερος (adj.) Arist. Phys.
ἕνεκα ἄρα θατέρου θάτερον Arist. Phys. II 8, 199a15 = fa-qad yaǧibu fī hāḏā l-maʿnā mā waǧaba fī qarīnihi - ὁμόζυγος
- ὁμόζυγος (adj.) Galen In De off. med.
- ὁμόζυγος (adj.) Hippocr. Off. med. τὸ ὁμόζυγον
- συγκρίνω
- συγκρίνω (pass. part.) Nicom. Arithm. τὸν συγκρινόμενον = qarīnihi
- σύζυγος
- σύζυγος (adj.) Nicom. Arithm.