Lookup cumulative lexical entry: قلّ
- ἀφαιρέω
- ἀφαιρέω (verb) Galen In De off. med. yartafiʿu wa-yaqillu
- βαστάζω
- βαστάζω (verb) Artem. Onirocr. yastaqillu...yaqillu
- γίγνομαι
- γίγνομαι (verb) Hippocr. Nat. hom. ἐλάχιστον γίνεται
- ἐλάττων
- ἐλάττων (adj. comp.) Galen An. virt.
- ἐλάττων (adj. comp.) Galen An. virt.
- ἐλάχιστος
- ἐλάχιστος (adj. sup.) Hippocr. Nat. hom. ἐλάχιστον γίνεται
- ἥκιστος
- ἥκιστος (adj. sup.) Arist. Eth. Nic. qalla mā
ὑπὲρ δὲ τῶν τοιούτων ἥκιστ' ἂν δόξειε παρετέον εἶναι Arist. Eth. Nic. X 1, 1172a26 = ḫalīqun an yuẓanna tarku hāḏihī l-ašyāʾi qalla mā yanbaġī an yustaʿmala 529.8 - ἥκιστος (adv.) Hippocr. Nat. hom. ἥκιστα = qalla mā
- λήγω
- λήγω (verb) Hippocr. Aer.
- ὀλίγος
- ὀλίγος (adj.) Hippocr. Aer. ἥκιστα = qalla mā
- ὀλίγος (adj.) Hippocr. Aer. ἥκιστα = qalla mā
- ὀλίγος (adj.) Hippocr. Aer.
- ὀλίγος (adj.) Hippocr. Nat. hom.
- ὀλίγος (adj.) Hippocr. Nat. hom.