Lookup cumulative lexical entry: قُرْب
- ἀκριβής
- ἀκριβής (adv.) Arist. Gener. anim. τὸ ἀκριβῶς ἀκούειν = iḏā kāna l-sāmiʿu yasmaʿu mā yaqrubu minhu
- ἄπυρος
- ἄπυρος (adj.) Galen In De off. med. lam yaqrub l-nāru
- ἀφίημι
- ἀφίημι (pass. part.) Arist. Gener. anim. ἀφειμένος = lā taqrub
- ἐγγύθεν
- ἐγγύθεν (adv.) Alex. An. mant. [Vis.] min qurbin
- ἐγγύς
- ἐγγύς (adj.) Alex. An. mant. [Vis.] ἐπὶ τὰ ἐγγυτέρω = ilā mā qaruba
- ἐγγύς (adj.) Arist. Cael.
- ἐγγύς (adj.) Arist. Cael.
- ἐγγύς (adj.) Arist. Cael. danā wa-qaruba
- ἐγγύς (adj.) Arist. Cael. τὸ ἐγγύς
- ἐγγύς (adj. comp.) Arist. Gener. anim. ἐγγύτερος (ἔχειν)
- ἐγγύς (adv.) Artem. Onirocr. bi-qurbin
- ἐγγύς (adj.) Galen An. virt.
ὥστ᾿ οὐδὲ συνέσεως ἄκρας ἐγγύς ἐστί τι σῶμα θνητοῦ ζῴου Galen An. virt. 43.21 = fa-iḏan laysa mina l-aǧsāmi l-māʾitati šayʾun yaqrubu min ġāyati l-ʿaqli 18.8 - ἔρχομαι
- ἔρχομαι (verb) Hippocr. Superf. ἔρχομαι...πρὸς
- εὐθύς
- εὐθύς (adj.) Arist. Phys. εὐθὺς ἵσταται = in kāna taqifu martabatuhū min qurbin
- ὁμιλία
- ὁμιλία (noun) Arist. Gener. anim.
- παρατίθημι
- παρατίθημι (verb) Aelian. Tact. παρατεθῇ = qaruba ʾilā
- πάρεγγυς
- πάρεγγυς (adv.) Arist. Gener. anim. πάρεγγυς (ἐστίν)
- πάρειμι
- πάρειμι (act. part.) Arist. Rhet. οἱ παρεσομένοι = amplif.; hum ḥudūrun wa-bi-l-qurbi
- παρουσία
- παρουσία (noun) Alex. qu. I 2 [Color] iḏā mā qaruba ilā
- παρουσία (noun) Alex. qu. I 2 [Color] κατὰ τὴν παρουσίαν τε καὶ ποιὰν σχέσιν = iḏā qarubat minhā wa-māssathā
- παρουσία (noun) Alex. qu. I 2 [Color] κατὰ τὴν παρουσίαν τε καὶ ποιὰν σχέσιν = iḏā qarubat minhā wa-māssathā
- πελαζω
- πλησιάζω
- πλησιάζω (verb) Arist. Meteor.
φερομένου δὴ τοῦ ἡλίου κύκλῳ, καὶ ὅταν μὲν πλησιάζη, τῇ θερμότητι ἀνάγοντος τὸ ὑγρόν Arist. Meteor. II 4, 359b35 = fa-iḏā dārati l-šamsu fī falakihā fa-qarubat mina l-arḍi rafaʿat minhā buḫāran 608 - πλησίον
- πλησίον (adv.) Arist. Gener. anim. οἱ πλησίον τόποι = al-amākinu allatī taqrubu minhā
- πλησίος
- πλησίος (adj.) Arist. Meteor. τὸ γίγνεσθαι πλησίον = qad taqrubu
ἡ τοῦ ἡλίου φορὰ διακρίνουσα καὶ συγκρίνουσα τῷ γίγνεσθαι πλησίον ἢ πορρώτερον Arist. Meteor. I 9, 346b22 = wa-qad taqrubu l-šamsu wa-tabʿudu minhā 265 - πλησίος (adj.) Ps.-Plut. Placita πλησίος εἰμί = qaruba min
- πρός
- πρός (prep.) Arist. Gener. anim. τόπος πρὸς τῷ διαζώματι = al-makānu allaḏī yaqrubu min al-ḥiǧābi
- πρός (prep.) Hippocr. Superf. ἔρχομαι...πρὸς
- προσέρχομαι
- προσέρχομαι (verb) Artem. Onirocr.
- προσχωρέω
- προσχωρέω (verb) Hippocr. Superf.
- συγγενής
- συγγενής (adj.) Proclus El. theol.
ὡς μὲν οὖν ἑνὶ τὸ ἧττον πεπληθυσμένον μᾶλλον συγγενές Proclus El. theol. 62: 58.28 = al-šayʾu l-qarību mina l-wāḥidi aqallu kaṯratin fī ḏātihī min aǧli qurbihī mina l-wāḥidi 62.6 - σύνεγγυς
- σύνεγγυς (adv.) Arist. Gener. anim. li-qurbin
- σύνειμι
- σύνειμι (verb) Artem. Onirocr.