Lookup cumulative lexical entry: مقبول
- ἄλογος
- ἄλογος (adj.) Arist. Gener. anim. πάντα ταῦτα ἄλογά ἐστιν = ǧamīʿu hāḏihi l-aqāwīlu min al-ḫaṭāʾi wa-mimmā laysa bi-maqbūlin
- ἀξιόπιστος
- ἀξιόπιστος (adv.) Arist. Gener. anim. ἀξιοπίστως = muʾtamanu maqbūla l-qawli
- ἀποδέχομαι
- ἀποδέχομαι (verb) Galen An. virt. ḥasanatun ʿindī maqbūlatun
- δεικτός
- δεικτός (adj.) Arist. An. post. δεικτὰ ὄντα = wa-hiya maqbūlatun
- δέχομαι
- δέχομαι (gerund) Ps.-Plut. Placita δέξασθαι
- ἔνδοξος
- ἔνδοξος (adj.) Arist. An. post. ἐνδοξοτάτων = maqbūlatan
- κοινός