Lookup cumulative lexical entry: نفذ

  1. ἀφικνέομαι
  2. διακόπτω
  3. διαφανής
  4. δίειμι
  5. διεκβάλλω
  6. διέρχομαι
  7. διήκω
  8. διικνέομαι
  9. ἐκβάλλω
    • ἐκβάλλω (pass. part.) Erat. Cub. dupl.
      καὶ συμπιπτέτω τῇ ΕΘ ἐκβληθείσῃ κατὰ τὸ Κ Erat. Cub. dupl. 92.9 = wa-nafaḏahū ḥattā yalqā ḫaṭṭu HṬ ʿalā nuqṭati K 155.9
  10. ἔκκρισις
  11. ἔρχομαι
  12. κενεμβατέω
  13. κύριος
The database query could not be executed.