Lookup cumulative lexical entry: جيش
- ἀγών
- ἀγών (noun) Ps.-Arist. Div. ἀπὸ στεφανίτων ἀγώνων = wilāyatu l-ǧuyūši
- ἰλάρχης
- ἰλάρχης (noun) Aelian. Tact. τὸν εἰλάρχην = qāʾidu l-ǧayši
- λοχαγός
- λοχαγός (noun) Aelian. Tact. quwwādu l-ǧayši l-mutaqāṭirati
- προέρχομαι
- προέρχομαι (act. part.) Aelian. Tact. προελθόντες = qāʾidu l-ǧayši
- προέχω
- προέχω (act. part.) Aelian. Tact. qāʾidu l-ǧayši
- στῖφος
- στῖφος (noun) Aelian. Tact.
- στράτευμα
- στράτευμα (noun) Aelian. Tact. τὸν ἀριθμὸν τοῦ στρατεύματος = ʿadadu man fī l-ǧayši
- στράτευμα (noun) Arist. Metaph.
- στρατηγέω
- στρατηγέω (verb) Arist. Rhet. στρατηγεῖν = amplif.; tadbīru l-ǧuyūši
- στρατηγός
- στρατηγός (noun) Aelian. Tact. qāʾidu l-ǧayši
- στρατηγός (noun) Arist. Metaph. qāʾidu l-ǧayši
- στρατηγός (noun) Artem. Onirocr. raʾīsu ǧayšin
- στρατηγος Them. In De an.
- στρατιώτης
- στρατιώτης (noun) Artem. Onirocr. aṣḥābu l-ǧayši
- φαλαγγάρχης
- φαλαγγάρχης (noun) Aelian. Tact. raʾīsu l-ǧayši
- φαλαγγάρχης (noun) Aelian. Tact. quwwādu l-ǧayši
- φαλαγγαρχία
- φαλαγγαρχία (noun) Aelian. Tact.
- φάλαγξ
- φάλαγξ (noun) Aelian. Tact.
- φάλαγξ (noun) Aelian. Tact.
- φάλαγξ (noun) Aelian. Tact. τῇ φάλαγγι ἐπιφάνειαν = fī waǧhi l-ǧayši
- φάλαγξ (noun) Aelian. Tact. τοῖς ἐν τῇ φάλαγγι = li-ṣufūfi l-ǧayši
- φάλαγξ (noun) Aelian. Tact. μέρος τῆς φάλαγγος = al-ǧuzʾu mina l-ǧayši l-murattabi
- φάλαγξ (noun) Aelian. Tact. πλάγια φάλαγξ = ǧayšun munḥarifun
- φάλαγξ (noun) Aelian. Tact. ὄρθια φάλαγξ = ǧayšun mustaqīmun
- φάλαγξ (noun) Aelian. Tact. λοξὴ φάλαγξ = ǧayšun muʾarrabun
- φάλαγξ (noun) Aelian. Tact. πλάγια φάλαγξ = ǧayšun munḥarifun