Lookup cumulative lexical entry: لحق
- ἀκολουθέω
- ἀκολουθέω (verb) Arist. Int.
- ἀκολουθέω (verb) Ps.-Arist. Virt.
- ἀκολουθέω (verb) Ps.-Arist. Virt.
- γίγνομαι
- γίγνομαι (verb) Arist. Phys.
οὐδὲ γίγνεται Arist. Phys. II 2, 193b35 = wa-lā yalḥaqu - διαψεύδω
- διαψεύδω (verb) Arist. Metaph. yalḥaquhu l-kiḏbu
- ἐξαιρέω
- ἐξαιρέω (gerund) Ps.-Arist. Virt. ἐξαίρεσθαι = laḥiqahu l-ʿuǧubu
- ἕπομαι
- ἕπομαι (verb) Arist. Eth. Nic.
εἰ δ᾿ ἐξ ἀνάγκης ἕπονται τούτοις ἡδοναί, οὐδὲν διαφέρει Arist. Eth. Nic. X 3, 1174a7 = wa-ammā in kānati l-laḏḏātu talḥaqu hāḏihī bi-l-ḍarūrati fa-laysa fī ḏālika ḫtilāfuni l-battata 539.6 - καταλαμβάνω
- καταλαμβάνω (verb) Artem. Onirocr. yalḥaquhu
- μειόω
- μειόω (gerund) Arist. Cat. οὔτε μειοῦσθαι = wa-lā an yalḥaqahū naqṣun
- ὀδύρομαι
- ὀδύρομαι (gerund) Ps.-Arist. Virt. ὀδύρεσθαι = yalḥaquhu l-ḥuznu wa-l-kaʾbatu
- παρακολουθέω
- παρέπομαι
- παρέπομαι (verb) Ps.-Arist. Virt.
- παρέπομαι (verb) Ps.-Arist. Virt.
- παρέπομαι (pass. part.) Ps.-Arist. Virt. (τὰ αἴτια...) τὰ παρεμπόμενα = ʿillatun mā laḥiqa
- ποιέω
- ποιέω (verb) Arist. Gener. anim. ποιεῖ διασταζειν = yalḥaqnā l-šakka
- συμβαίνω
- συμβαίνω (verb) Arist. Phys.
- ὑπάρχω
- ὑπάρχω (verb) Arist. Phys.
ὑπάρχει τοῖς πράγμασιν κατὰ συμβεβηκός Arist. Phys. VIII 5, 256b5 = laḥiqa l-umūra bi-ṭarīqi l-ʿaraḍi