Lookup cumulative lexical entry: اسرع
- εὐκίνητος
- εὐκίνητος (adj.) Galen An. virt. εὐκινητότερος
- εὐκίνητος (adj.) Galen An. virt. asraʿa ḥarakatan
τοῦτο (sc. τὸ μέτωπον) δ’ οἷς μὲν μέγα, βραδύτεροι, οἷς δὲ μικρόν, εὐκίνητοι Galen An. virt. 55.15 = wa-man kāna hāḏā l-ǧuzʾu minhu kabīran kāna abṭaʾa ḥarakatan wa-man ṣaġura hāḏā minhu kāna asraʿa ḥarakatan 27.4
- εὐξήραντος
- εὔσηπτος
- θάσσων
- ἰσχνός
- ῥᾳδίως
- σπεύδω
- σπεύδω (verb) Proclus El. theol. lā tasruʿu ... aw lā taǧtamiʿu
ἀντικείμενα γὰρ οὐ σπεύδει εἰς ἄλληλα Proclus El. theol. 5: 6.13 = al-mutaḍāddatu lā tasruʿu ilā širkati baʿḍuhā min baʿḍin aw lā taǧtamiʿu l-battata 5.31
- σφοδρός
- τάχος
- τάχος (noun) Erat. Cub. dupl. ἐν τάχει
δίπλαζ' ἕκαστον κῶλον ἐν τάχει τάφου Erat. Cub. dupl. 88.10 = asriʿ taṣyīra kulli ǧuzʾi mina l-aǧzāʾihī ḍiʿfa mā huwa ʿalayhī 151.8
- ταχύς
The database query could not be executed.