Lookup cumulative lexical entry: اصلح
- ἀμείνων
- ἀμείνων (adj.) Galen An. virt.
αὐτοῖς ἐκείνοις (sc. τοῖς πονηροῖς) ἄμεινόν ἐστι τεθνάναι διεφθαρμένοις οὕτω τὴν ψυχὴν ὡς ἀνίατον ἔχειν τὴν κακίαν Galen An. virt. 74.18 = iḏ kānū mina l-fasādi fī ḥālin šarruhum fīhā [ġayru] qābilin li-l-ʿilāǧi fa-inna l-mawta aṣlaḥu lahum 39.23 - ἀξιόχρεως
- ἀξιόχρεως (adj. comp.) Nicom. Arithm. ἀξιοχρεώτερος = ūlā mā istaʿmala...wa aṣlaḥa
- ἀποκαθίστημι
- ἀποκαθίστημι (verb) Diosc. Mat. med.
- βελτίων
- βελτίων (adj.) Galen An. virt.
- διαλύω
- διαλύω (verb) Artem. Onirocr. wa-yuṣliḥu
- διαλύω (verb) Artem. Onirocr.
- διάπλασις
- διάπλασις (noun) Galen In De off. med. li-yaǧburū wa-yuqawwimū wa-yuṣliḥū
- διαρθρόω
- διαρθρόω (verb) Galen In De off. med.
- ἐπιδιασκευάζω
- ἐπιδιασκευάζω (act. part.) Hippocr. Diaet. acut. ἐπιδιασκευάσας = ʿāda wa-aṣlaḥa
- εὐστόμαχος
- εὐστόμαχος (adj. comp.) Diosc. Mat. med. εὐστομαχώτερος = aṣlaḥu li-l-maʿidati
- εὐστόμαχος (adj. comp.) Diosc. Mat. med. εὐστομαχώτερα = aṣlaḥu li-l-maʿidati
- καθαρίζω
- καθαρίζω (act. part.) Galen An. virt. τοὺς καθαρίσοντας = man yuṣliḥu
- κατευθύνω
- κατευθύνω (pass. part.) Galen An. virt. κατευθυνόμενος
- λύω
- λύω (gerund) Arist. An. post. λῦσαι
- πρέπω
- πρέπω (verb) Hippocr. Diaet. acut.
- συμφέρω
- συμφέρω (verb) Hippocr. Nat. hom.
- συμφέρω (verb) Hippocr. Nat. hom.
- σφοδρός
- σφοδρός (adj. comp.) Artem. Onirocr. σφοδρότερος = aṣlaḥun wa-asraʿun