Lookup cumulative lexical entry: خالف

  1. αμφισβητεω
  2. ἀντιδιαστέλλω
  3. ἀντίρρησις
  4. ἀπαλλάσσω
  5. ἀπαράβατος
  6. διαλλάττω
    • διαλλάττω (verb) Galen An. virt.
      ὅτι δὲ τὴν τῶν ὡρῶν κρᾶσιν ἐν τῇ θερμότητι καὶ ψυχρότητι ... διαλλάττειν ἑτέραν τῆς ἑτέρας φησί Galen An. virt. 58.10 = yaqūlu inna azmāna l-sanati yuḫālifu (yuḫālifu nos : tuḫālifu ed.) baʿḍuhā baʿḍan bi-l-ḥarārati wa-l-burūdati 29.4
    • διαλλάττω (verb) Porph. Isag.
  7. διαφέρω
  8. διάφορος
  9. διαφωνέω
    • διαφωνέω (verb) Arist. Eth. Nic.
      ὅταν οὖν διαφωνῶσι τοῖς κατὰ τὴν αἴσθησιν Arist. Eth. Nic. X 1, 1172a36 = fa-iḏā ḫālafati (sc. al-aqāwīlu) l-ašyāʾi l-ḫissiyyati 529.14
  10. ἐναντιόομαι
  11. ἐναντίος
  12. ἐναντιωνυμέω
  13. ἐναντίωσις
  14. ἐνίστημι
  15. ἐξαλλάσσω
  16. ἐξηλλαγμένως
  17. ἔχω
  18. λέγω
  19. μάχομαι
  20. μεταβαίνω
  21. μή
  22. ὁμολογέω
  23. οὐ
  24. παραλλάσσω
  25. ποικιλία
The database query could not be executed.