Lookup cumulative lexical entry: خيال
- ἐπιληψία
- ἐπιληψία (noun) Hippocr. Alim. al-ǧunūn bi-l-ḫayāli
- φαίνω
- φαίνω (verb) Arist. Meteor. φαίνομαι
- φαντασίη
- φαντασίη (noun) Hippocr. Alim.
- φάντασμα
- φάντασμα (noun) Arist. Metaph.
- φάντασμα (noun) Ps.-Plut. Placita
- φαντασμα Them. In De an.