Lookup cumulative lexical entry: صُلْح
- ἀγαθός
- ἀγαθός (adj.) Arist. Rhet.
- ἄθετος
- ἄθετος (adj.) Diosc. Mat. med. ἐστιν... ἄθετος = la yaṣluḥu
- ἄθετος (adj.) Diosc. Mat. med. lā yaṣluḥu
- ἀμείνων
- ἀμείνων (adj.) Galen An. virt. τὰ πολέμια ἀμείνονας = yaṣlaḥūna li-l-ḥurūbi akṯaru
- ἀνακτάομαι
- ἀνακτάομαι (verb) Diosc. Mat. med.
- ἀνδρικός
- ἀνδρικός (adj.) Diosc. Mat. med. ἀνδρικῶς... ποιεῖ
- ἀνεπιτήδειος
- ἀνεπιτήδειος (act. part.) Diosc. Mat. med. laysa yaṣluḥu
- ἀπέχω
- ἀπέχω (verb) Rufus Ict. lā yaṣluḥu lahū
ὀπωρῶν δὲ ἀπέχεσθαι. Rufus Ict. fr. 15 = wa-kullu fākihatin … fa-lā taṣluḥu lahum 76 - αρμοζω
- ἁρμόζω (verb) Diosc. Mat. med.
ἁρμόζει δὲ εἰς τὰ καυστικὰ καὶ γαγγραινούμενα Diosc. Mat. med. I, 119.25 = wa-qad yaṣluḥu li-an yustaʿmalu fī l-adawiyyati l-muḥriqati wa-l-qurūḥi l-ḫabīṯati Dubler/Terés II, 124.1 - ἁρμόζω (act. part.) Diosc. Mat. med. ἁρμόζουσαι
- αρμοζω Them. In De an.
- ἁρμόττω
- ἁρμόττω (verb) Arist. Rhet.
- ἀρχή
- ἀρχή (noun) Arist. Gener. anim. πλεῖον ... ἤ εἰς ἑὸς ζῴου ἀρχήν = akṯaru mimmā yaṣluḥu li-ḫilqati ḥayawānin
- ἄχρηστος
- ἄχρηστος (adj.) Artem. Onirocr. lā yaṣlaḥu
- ἄχρηστος (adj.) Galen In De off. med. lā yaṣluḥu wa-lā yantafiʿu bihi
- βούλομαι
- βούλομαι (verb) Artem. Onirocr.
- διαλλαγή
- διαλλαγή (noun) Arist. Rhet. ṣulḥun wa-riḍan
- εἰρήνη
- εἰρήνη (noun) Arist. Eth. Nic. salāmatun wa-ṣulḥun
πολεμοῦμεν ἵν' εἰρήνην ἄγωμεν Arist. Eth. Nic. X 7, 1177b5 = nuḥāribu li-nakūna fī salāmatin wa-ṣulḥin 559.11 - εἰρήνη (noun) Arist. Rhet.
- ἐκλαμβάνω
- ἐκλαμβάνω (verb) Diosc. Mat. med.
- ἐπιτήδειος
- ἐπιτήδειος (adj.) Arist. Phys.
οἷον τοὺς ὀδόντας ἐξ ἀνάγκης ἀνατεῖλαι τοὺς μὲν ἐμπροσθίους ὀξεῖς, ἐπιτηδείους πρὸς τὸ διαιρεῖν ... τὴν τροφήν Arist. Phys. II 8, 198b25 = miṯālu ḏālika al-asnānu an takūna tanbutu ḍarūratan al-muqaddamatu minhā ḥāddatan taṣluḥu li-taqṭīʿi l-ġiḏāʾi - ἐπιτήδειος (adj.) Artem. Onirocr. yaṣluḥu li-
- ἐπιτήδειος (adj.) Artem. Onirocr. yaṣluḥu li-
- ἐπιτήδειος (adj.) Galen An. virt. yaṣluhu li-
- ἐπιτήδειος (adj.) Hippocr. Diaet. acut.
- ἐπιτήδειος (adj.) Rufus Ict.
τῶν δὲ οἴνων οἱ λευκοὶ καὶ ὑποστύφοντες ἐπιτήδειοι καὶ μὴ πάνυ παλαιοί. Rufus Ict. fr. 16 = wa-yaṣluḥu l-šarābu l-abyaḍu l-qābiḍu l-laṭīfu wa-lā yakūnu ʿatīqan qad atā lahū zamānun ṭawīlun 80 - ἐπιτήδειος (adj.) Rufus Ict.
ἐπιτήδειον δὲ καὶ … Rufus Ict. fr. 8 = wa-yaṣluḥu ayḍan an … 36 - ἐπιτήδειος (adj. comp.) Rufus Ict. ἐπιτηδειότερος
κρέατα ἄγρια τῶν ἡμερῶν ἐπιτηδειότερα Rufus Ict. fr. 14 = wa-yaṣluḥu lahum mina l-luḥūmi laḥmu l-ḥayawāni l-barriyyi 70 - εὖ
- εὖ (adv.) Galen An. virt. εὖ πεφυκότα = yaṣluḥūna
- εὐδαιμονέω
- εὐδαιμονέω (verb) Arist. Rhet. ṣalaḥa wa-staqāma
- εὐδαιμονέω (verb) Arist. Rhet. ṣalaḥa wa-anǧaḥa
- εὐεργός
- εὐεργός (adj.) Arist. Phys. αἱ δὲ (sc. ποιοῦσιν) εὐεργόν = wa-baʿḍuhā ʿalā ǧihati l-tahyiʾati lahā li-taṣluḥa fī l-ʿamali
- εὐθετέω
- εὐθετέω (verb) Diosc. Mat. med. εὐθετεῖ... οξυδερκὴς οὖσα = yaṣluḥu... li-ḥiddati l-baṣari
- εὔθετος
- εὔθετος (adj.) Diosc. Mat. med. taṣluḥu li-
- εὔκαιρος
- εὔκαιρος (adj.) Arist. Rhet. εὔκαιρόν ἐστι
- εὔχρηστος
- εὔχρηστος (adj.) Artem. Onirocr. mā yaṣluḥu wa-yanfaʿu
- ἔχω
- ἔχω (gerund) Hippocr. Superf. καλῶς ἔχειν
- ἴασις
- ἴασις (noun) Arist. Rhet.
- καθίστημι
- καθίστημι (verb) Arist. Hist. anim. καθίστανται δὲ καὶ σωφρονίζονται = ʿaffa wa sakuna wa ṣalaḥa ḥālun
- καθίστημι (verb) Diosc. Mat. med.
- καθίστημι (verb) Hippocr. Superf.
- καλός
- καλός (adv.) Hippocr. Superf. καλῶς ἔχειν
- καταστάζω
- καταστάζω (verb) Arist. Phys.
καθάπερ οὖν οὐδ' ὅταν ... μεθύων παύσηται ἢ νοσῶν καταστῇ, γέγονεν ἐπιστήμων Arist. Phys. VII 3, 247b24 (textus alter) = fa-ka-mā anna l-insāna iḏā ... kāna sakrāna fa-kaffa sukruhū, aw kāna marīḍan wa-ṣalaḥa, lā naqūlu fīhi innahū qad ṣāra ʿāliman 763.3 - κουφίζω
- κουφίζω (verb) Arist. Gener. anim. yaṣlaḥu ... wa ḫiffu
- κουφίζω (verb) Arist. Gener. anim. yaṣluḥu ḥālun...wa yaḥiffu
- λυσιτελής
- λυσιτελής (adj.) Artem. Onirocr. yanmī wa-yaṣluḥu
- μέτειμι
- μέτειμι (verb) Artem. Onirocr. taṣluḥu an takūna li
- ποιέω
- ποιέω (verb) Diosc. Mat. med. ποιέω c. πρός
- ποιέω (verb) Diosc. Mat. med. ποιεῖ... πρός = yaṣluḥu li-.... wa-li-ʿilāǧi c. gen.
- ποιέω (verb) Diosc. Mat. med. ποιεῖ πρός = taṣluḥu li-
- ποιέω (verb) Diosc. Mat. med.
- ποιέω (act. part.) Diosc. Mat. med. ποιοῦσα πρός
- ποιέω (act. part.) Diosc. Mat. med. taṣluḥu li-
- πρός
- πρός (prep.) Diosc. Mat. med.
- φύω
- φύω (act. part.) Galen An. virt. εὖ πεφυκότα = yaṣluḥūna
- χρησιμεύω
- χρησιμεύω (verb) Diosc. Mat. med.
- χρήσιμος
- χρήσιμος (adj.) Arist. Phys. χρησίμους πρὸς τὸ λεαίνειν τὴν τροφήν = taṣluḥu li-ṣaḥqihi
- χρήσιμος (adj.) Arist. Rhet.
- χρήσιμος (adj.) Arist. Rhet. χρήσιμον ἐστι
- χρήσιμος (adj.) Arist. Rhet.
- χρήσιμος (adj.) Arist. Rhet.