Lookup cumulative lexical entry: كسّر
- ἀγμός
- ἀγμός (noun) Galen In De off. med.
- ἀγμός (noun) Galen In De off. med.
- ἐκλέπω
- ἐκλέπω (verb) Hippocr. Genit.; Nat. puer. ἐξέλεψε = kasarat al-bayḍata
- ἕλκος
- ἕλκος (noun) Galen In De off. med. al-qarḥatu aw-al-kasratu
- θραυστός
- θραυστός (adj.) Arist. Gener. anim. sarīʿu l-kasru
- θραύω
- θραύω (verb) Arist. Gener. anim. διὰ τὸ κινεῖσθαι θραύεται μᾶλλον = li-kaṯrati ḥarakatihā yuṣībuhā kasrun wa raḍḍun
- θραύω (verb) Ps.-Plut. Placita θραυσθῆναι = tuksara wa-tanhašima
- κάταγμα
- κάταγμα (noun) Galen In De off. med.
- κάταγμα (noun) Galen In De off. med.
- κάταγμα (noun) Galen In De off. med.
- κάταγμα (noun) Galen In De off. med.
- κάταγμα (noun) Galen In De off. med.
- κάταγμα (noun) Galen In De off. med.
- κάταγμα (noun) Galen In De off. med.
- καταγματικός
- καταγματικός (adj.) Galen In De off. med.
- καταγματικός (adj.) Galen In De off. med.
- καταγματικός (adj.) Galen In De off. med.
- κατάγνυμι
- κατάγνυμι (gerund) Hippocr. Genit.; Nat. puer. καταγνύναι
- κάτηγμα
- κάτηγμα (noun) Hippocr. Off. med.
- κάτηγμα (noun) Hippocr. Off. med.
- περιαιρέω
- περιαιρέω (gerund) Diosc. Mat. med. πρὸς τὸ τὴν δριμύτητα περιαιρεῖν = li-yaksira ḥarāfatahū
- συνεράω
- συνεράω (act. part.) Arist. Gener. anim. συνεράσας = kasarahu wa-ḍaraba
- συντρίβω
- συντρίβω (verb) Artem. Onirocr.
- συντρίβω (verb) Artem. Onirocr. fa-kassara
- συντρίβω (verb) Hippocr. Superf. ξυντρίβω
- ὑδαρής
- ὑδαρής (adj. sup.) Hippocr. Nat. hom. ὑδαρέστατος = yaksiru bi-l-māʾi
- ὑδαρής (adj. sup.) Hippocr. Nat. hom. ὑδαρέστατος = yaksiru bi-l-māʾi