Lookup cumulative lexical entry: مدبر
- ἀπρονόητος
- ἀπρονόητος (adj.) Ps.-Plut. Placita ġayru mudabbarin
- ἀριστοκρατικός
- ἀριστοκρατικός (adj.) Ps.-Arist. Div. allatī min šaʾnin al-mudabbiru lahā an yaḫtāruhu afāḍilu l-madīnati
- διατάττω
- διατάττω (pass. part.) Ps.-Plut. Placita διαταξάμενος
- διοικέω
- διοικέω (pass. part.) Ps.-Plut. Placita διοικούμενος
- διοικέω (pass. part.) Ps.-Plut. Placita διοικούμενος
- διοικέω (pass. part.) Ps.-Plut. Placita διοικούμενος
- διοικέω (pass. part.) Ps.-Plut. Placita διοικούμενος
- διοικέω (gerund) Ps.-Plut. Placita διοικεῖσθαι
- διοίκησις
- διοίκησις (noun) Artem. Onirocr.
- διοικητικός
- διοικητικός (adj.) Ps.-Plut. Placita
- ἐπιμελητικός
- ἐπιμελητικός (adj.) Arist. Gener. anim. αἴσθησιν ἐπιμελητικήν = ḥassun mudabbirun
- ἐπιστρέφω
- ἐπιστρέφω (pass. part.) Ps.-Plut. Placita ἐπιστρεφόμενος
- ἡγεμονικός
- ἡγεμονικός (adj.) Ps.-Plut. Placita τὸ ἡγεμονικόν = al-ǧuzʾu l-mudabbiru
- ἡγεμονικός (adj.) Ps.-Plut. Placita τὸ ἡγεμονικόν = al-ǧuzʾu l-mudabbiru
- ἡγεμών
- ἡγεμών (act. part.) Arist. Gener. anim.
- κυβερνάω
- κυβερνάω (act. part.) Galen An. virt. κυβερνᾶν ναῦς ... ἄνδρες = mudabbirī l-sufuni
- κυβερνήτης
- κυβερνήτης (noun) Arist. Metaph.
- κυβερνήτης (noun) Artem. Onirocr. mudabbirū l-sufuni
- κυβερνήτης (noun) Artem. Onirocr. wa-mudabbiru l-safīnati
- κυβερνήτης (noun) Artem. Onirocr. mudabbiru l-safīnati
- κυβερνήτης (noun) Artem. Onirocr. mudabbiru l-safīnati
- κυβερνήτης (act. part.) Galen An. virt. κυβερνήτης (sc. τῆς νεώς) = mudabbirī l-sufuni
- οἰκονόμος
- οἰκονόμος (noun) Arist. Gener. anim. mudabbirun wa qayyimun
- οἰκονόμος (noun) Arist. Rhet.
- παιδαγωγός
- παιδαγωγός (noun) Artem. Onirocr.
- παιδαγωγός (noun) Ps.-Arist. Div.
- πολιτικός
- πολιτικός (adj.) Arist. Eth. Nic. mudabbiru l-madīnati