Lookup cumulative lexical entry: تحريك
- διακινέω
- διακινέω (gerund) Galen In De off. med. διακινεῖν
- εὐκίνητος
- εὐκίνητος (adj.) Arist. Metaph. ǧayyidun al-taḥrīka
- κινέω
- κινέω (gerund) Arist. Cael. κινεῖσθαι
- κίνησις
- κίνησις (noun) Arist. Metaph.
- μεταχειρίζω
- μεταχειρίζω (gerund) Galen An. virt. μεταχειρίζεσθαι = istiʿmālu taḥrīkin
- ταραχή
- ταραχή (noun) Hippocr. Genit.; Nat. puer. al-qalaqu wa-l-taʿbu wa-l-taḥrīku