Lookup cumulative lexical entry: اصاب

  1. ἄβροχος
  2. ἁλίσκομαι
  3. ἀποβαίνω
  4. ἀπόβασις
  5. ἀποτυγχάνω
  6. ἄτρωτος
  7. ἀφικνέομαι
  8. γίγνομαι
  9. γίνομαι
  10. διαλαμβάνω
  11. διατίθημι
  12. εἰκότως
  13. εἰμί
  14. ἐπιγίγνομαι
  15. ἐπιδημέω
  16. ἐπιπίπτω
  17. ἐπιτεχνάομαι
  18. εὖ
  19. εὐημερία
  20. εὑρίσκω
  21. θραύω
    • θραύω (verb) Arist. Gener. anim. διὰ τὸ κινεῖσθαι θραύεται μᾶλλον = li-kaṯrati ḥarakatihā yuṣībuhā kasrun wa raḍḍun
  22. καλός
  23. καταλαμβάνω
  24. καταφλέγω
  25. κεραυνόω
  26. κτάομαι
  27. λαμβάνω
  28. λέγω
  29. ὀρθός
  30. ὀρθῶς
  31. πάσχω
  32. περί
  33. περιπίπτω
  34. πίπτω
  35. πλήσσω
  36. ριγόω
  37. τυγχάνω
The database query could not be executed.