Lookup cumulative lexical entry: صيّر

  1. ἄγω
  2. ἀθανατίζω
  3. ἀναλαμβάνω
  4. ἀναπείθω
  5. ἀνατρέφω
  6. ἀποδίδωμι
  7. ἀπονέμω
  8. ἀποτελέω
  9. ἀποφαίνομαι
  10. βάλλω
  11. γεννάω
  12. γίγνομαι
  13. γόνιμος
    • γόνιμος (adj.) Proclus El. theol.
      τελεία μὲν ἡ τοῦ κατ' ἐνέργειαν δύναμις, ἐνεργείας οὖσα γόνιμος Proclus El. theol. 78: 74.16 = al-quwwatu l-tāmmatu hiya l-quwwatu l-fāʿilatu li-ǧamīʿi l-ašyāʾi llatī lā taḥtāǧu ilā āḫara fāʿilin bi-l-fiʿli li-yuṣayyirahā ilā l-fiʿli wa-l-ʿamali 78.8
  14. ἐμποιέω
  15. ἐντίθημι
    • ἐντίθημι (verb) Diosc. Mat. med. yuṣayyaru fī
    • ἐντίθημι (pass. part.) Diosc. Mat. med. ἀναλημφθέντα καὶ ἐντεθέντα = ḫuliṭa... wa-ṣuyyira
      σὺν νάπυι ὑγρῷ ἀναλημφθέντα καὶ ἐντεθέντα ἐν ὠσίν Diosc. Mat. med. I, 118.12-13 = ḫuliṭa bi-ḫardalin masḥūqin bi-l-māʾi wa-ṣuyyira fī l-āḏāni Dubler/Terés II, 122.11-12
  16. ἐργάζομαι
  17. ζωοποιέω
  18. κατασκευάζω
  19. λείπω
  20. μαινίς
  21. παραμένω
  22. παραμίγνυμι
  23. παρέχω
  24. ποιέω
  25. πυκνόω
  26. σκέπτομαι
  27. συντίθημι
  28. τίθημι
The database query could not be executed.