Lookup cumulative lexical entry: ظنّ

  1. ἀληθεύω
  2. αλλοτριονομεω
  3. ἀμφιδοξέω
  4. ἀποδέχομαι
  5. ἀπορία
  6. ἀποφέρω
    • ἀποφέρω (verb) Galen An. virt. ἀποφέρομαι
      εἰ μή τε μακρολογίας ἔμελλον ἀποίσεσθαι δόξαν ἀναλίσκειν τε τὸν χρόνον μάτην Galen An. virt. 57.9 = law lā annanī ufnī l-zamāna bāṭilan wa-an yuẓanna bī annī muṭīlu l-kalāmi 28.9
  7. βουλεύω
  8. διασπεύδω
  9. δοκέω
  10. δόξα
  11. δοξάζω
  12. δοξαστής
  13. δοξαστικος
  14. δοξαστός
    • δοξαστός (adj.) Nicom. Arithm.
      τὸ δ' αὖ δόξῃ μετ' αἰσθήσεως ἀλόγου (ἀλόγου fort. om. Arab.) δοξαστόν γινόμενόν τε καὶ ἀπολλύμενον 4.4 (cit. Plato Tim. 28a2) = wa-ammā l-ṯāniyu minhumā fa-innahū yuẓannu annahū yakūnu wa-yabṭulu (sic leg. pro wa-yubṭalu ed.) bi-l-raʾyi maʿa l-ḥissi 12.23
  15. δοξόσοφος
  16. δύναμαι
  17. ἑγέομαι
  18. εἰμί
  19. ἔνδοξος
  20. εὐδοκιμέω
  21. εὐελπίς
  22. εὐλόγιστος
  23. ἡγέομαι
  24. θεωρέω
  25. κατανοέω
  26. καχύποπτος
  27. λέγω
  28. νομίζω
  29. οἴομαι
  30. ὁράω
    • ὁράω (verb) Galen An. virt.
      οἵ τε μηδένα τὴν δικαιοσύνην αἱρεῖσθαι αὐτήν, ἐξ ἡμίσεος ἑκάτεροι τὴν ἀνθρωπίνην ἑωράκασι φύσιν Galen An. virt. 73.10 = wa-llaḏīna ẓannū annahū laysa aḥadun yaḫtāru l-ʿadla li-nafsi l-ʿadli innamā yaẓunnu kullu wāḥidin minhum fī l-ṭabīʿati l-insiyyati ʿalā l-niṣfi 39.2
  31. παράδοξος
  32. προσδοκάω
  33. ὑπολαμβάνω
  34. ὑπόληψις
  35. ὑποπτεύω
  36. ὑποψία
    • ὑποψία (noun) Galen An. virt.
      τοῦτο μὲν οὖν ἤδη καὶ ὑποψίαν τινὰ φέρει μεγάλην ὅλῃ τῇ τῆς ψυχῆς οὐσίᾳ, μὴ οὐκ ἀσώματος ᾖ Galen An. virt. 48.21 = wa-fī ḏālika mā yadʿū ilā l-ẓanni bi-kulli ǧawhari l-nafsi annahū laysa ġayra ǧismin 22.3
  37. φαίνω
  38. φαίνωμαι
  39. φαντασία
  40. ψευδοδοξια
  41. ψεύδομαι
The database query could not be executed.