Lookup cumulative lexical entry: فكري
- διανοητικός
- διανοητικός (adj.) Arist. Eth. Nic.
- διανοητικός (adj.) Arist. Metaph.
- διανοητικός (adj.) Nicom. Arithm. ὑπὸ τοῦ διανοητικοῦ = al-quwwatu l-fikriyyatu
- διανοητικός (adj.) Plot. διανοητικῇ = وإلى القوة الفكرية والذهنية
ἢ καὶ διανοητικῇ ἀντιλαβώμεθα ἢ ἄμϕω Plot. Enn. IV 8, 8.11 = وإلى القوة الفكرية والذهنية أحسسناها 91.3 - διανοητός
- διανοητός (adj.) Arist. Metaph.
- διανοητός (adj.) Arist. Metaph.
- διάνοια
- διάνοια (noun) Arist. Metaph. τι διανοίας = šayʾun fikriyyun
- ἐνδιάθεσις
- ἐνδιάθεσις (noun) Ps.-Plut. Placita ὁ κατὰ ἐνδιάθεσιν λόγος = al-nuṭqu l-fikriyyu
- λογίζομαι
- λογίζομαι (pass. part.) Galen An. virt. λογιζόμενον
- λογισμός
- λογισμός (noun) Ps.-Arist. Virt. al-quwwatu l-fikriyyatu
- λογιστικός
- λογιστικός (adj.) Galen An. virt.
- λογιστικός (adj.) Galen An. virt.
- λογιστικός (adj.) Galen An. virt.
- λογιστικός (adj.) Galen An. virt.
- λογιστικός (adj.) Galen An. virt.
κατὰ δὲ τὸν αὐτὸν λόγον οὐδὲ τῆς θυμοειδοῦς ὧν ὀρέξεις εἶχεν ἥ τε λογιστικὴ καὶ ἡ ἐπιθυμητική Galen An. virt. 36.7 = wa-ka-ḏālika ayḍan laysa yumkinu an yakūna li-l-nafsi l-ġaḍabiyyati šayʾun min šahawāti l-nafsi l-fikriyyati awi l-šahwāniyyati 12.9 - λογιστικός (adj.) Galen An. virt.
- λογιστικός (adj.) Galen An. virt.
- λογιστικός (adj.) Galen An. virt.
ὁπότ᾿ οὖν τὸ λογιστικὸν τῆς ψυχῆς μονοειδῆ <τὴν> οὐσίαν ἔχον τῇ τοῦ σώματος κράσει συμμεταβάλλεται, τί χρὴ νομίσαι Galen An. virt. 44.2 = fa-iḏā kāna l-ǧuzʾu l-fikriyyu min aǧzāʾi l-nafsi, wa-ǧawharuhū ǧawharun ḫāṣṣun, qad yataġayyaru bi-taġayyuri mizāǧi l-badani, fa-mā llaḏī yanbaġī an natawahhama 18.10 - λογιστικός (adj.) Galen An. virt.
- λογιστικός (adj.) Galen An. virt.
- λογιστικός (adj.) Galen An. virt.
- λογιστικός (adj.) Galen An. virt.
- λογιστικός (adj.) Galen An. virt.
- λογιστικός (adj.) Ps.-Arist. Div.
- λογιστικός (adj.) Ps.-Arist. Virt. τοῦ λογιστικοῦ = al-ǧuzʾu l-fikriyyu
- λογιστικός (adj.) Ps.-Arist. Virt. al-quwwatu l-fikriyyatu