Lookup cumulative lexical entry: فصل
- ἀφαιρέω
- ἀφαιρέω (verb) Arist. Cael.
- ἀφαιρέω (gerund) Eucl. El. ἀφελεῖν
- ἀφορίζω
- ἀφορίζω (act. part.) Porph. Isag.
- ἀφορισμός
- ἀφορισμός (noun) Galen In De off. med.
- ἀφορισμός (noun) Galen In De off. med.
- δείκνυμι
- δείκνυμι (verb) Alex. qu. III 3 [Sens.] ἔδειξε διττὸν
- δείκνυμι (verb) Alex. qu. III 3 [Sens.] ἔδειξε διττὸν = faṣṣala...qāla inna...nawʿāni
- διαίρεσις
- διαίρεσις (noun) Alex. qu. III 3 [Sens.] διαίρεσιν ἐποιήσατο
- διαίρεσις (noun) Alex. qu. III 3 [Sens.] διαίρεσιν ἐποιήσατο
- διαιρετικός
- διαιρετικός (adj.) Arist. Cael. yuqaṭṭiʿ wa-yufaṣṣil
- διαιρέω
- διαιρέω (verb) Arist. Cael.
- διαιρέω (verb) Arist. Cael.
- διαιρέω (verb) Arist. Cael.
- διαιρέω (verb) Arist. Cael. faṣṣala wa-mayyaza
- διαιρέω (verb) Arist. Cael. qaṭṭaʿa wa-faṣṣala
- διαιρέω (pass. part.) Arist. Eth. Nic.
διελόμενοι τὰς ἕξεις Arist. Eth. Nic. X 9, 1181b5 = yufaṣṣilūna l-hayʾāti 581.6 - διαιρέω (verb) Arist. Int.
- διαιρέω (act. part.) Arist. Phys. οὐ διελόντες = lam yufaṣṣil ūlāʾika hāḏā l-maʿnā hāḏā l-tafṣīla
- διαιρέω (verb) Artem. Onirocr.
- διαιρέω (act. part.) Ptol. Hypoth. διαιρῶν = naqsimu wa-nafṣilu
- διαιρέω (act. part.) Ptol. Hypoth. διαιρῶν = naqsimu wa-nafṣilu
- διαιρεω Them. In De an.
- διαιρεω Them. In De an.
- διαιρεω Them. In De an.
- διαιρεω Them. In De an.
- διαιρεω Them. In De an.
- διακριτικός
- διακριτικός (adj.) Arist. Metaph. allatī tufaṣṣilu
- διαλαμβάνω
- διαλαμβάνω (verb) Artem. Onirocr.
- διαρθρόω
- διαρθρόω (verb) Arist. Hist. anim. faṣṣala wa-ittasaʿa
- διαστέλλω
- διαστέλλω (verb) Porph. Isag.
- διαφέρω
- διαφέρω (verb) Arist. Gener. anim.
- διαφέρω (verb) Arist. Part. anim. lahā fuṣūlun
- διαφέρω (verb) Arist. Phys.
- διαφέρω (pronoun) Porph. Isag. κοινῶς ... διαφέρειν = yuḫālifu bi-faṣlin ʿāmmin
- διαφέρω (gerund) Porph. Isag. ἰδίως διαφέρειν = yuḫālifu bi-faṣlin ḫāṣṣin
- διαφέρω (gerund) Ps.-Plut. Placita διαφέρειν = bayna … wa-bayna … faṣlun
- διαφέρω (gerund) Ps.-Plut. Placita διαφέρειν = anna bayna ... fuṣūlan
- διαφέρω (gerund) Ps.-Plut. Placita διαφέρειν = anna bayna ... wa-bayna ... faṣlan
- διαφέρω (gerund) Ps.-Plut. Placita διαφέρειν = anna bayna ... wa-... faṣlan
- διαφέρω (gerund) Ps.-Plut. Placita διαφέρειν = anna bayna ... wa-... faṣlan
- διαφέρω (verb) Ps.-Plut. Placita διαφέρει = al-faṣlu bayna...
- διαφέρω (verb) Ps.-Plut. Placita διαφέρει = al-faṣlu bayna...
- διαφέρω (verb) Ps.-Plut. Placita διαφέρει ἀλλήλων = al-faṣlu baynahumā
- διαφορά
- διαφορά (noun) Arist. An. post. αἱ διαφοραί = fuṣūlu
- διαφορά (noun) Arist. Cael.
- διαφορά (noun) Arist. Cael.
- διαφορά (noun) Arist. Cael.
- διαφορά (noun) Arist. Cael.
- διαφορά (noun) Arist. Cael.
- διαφορά (noun) Arist. Cael. faṣlun wa-ḫilāfun
- διαφορά (noun) Arist. Cat.
- διαφορά (noun) Arist. Cat.
- διαφορά (noun) Arist. Gener. anim.
- διαφορά (noun) Arist. Gener. anim. αἱ διαφοραὶ τῶν αἰσθητῶν = fuṣūlu l-kalāmi wa-l-aṣwāṭi
- διαφορά (noun) Arist. Gener. anim. κρινεῖ τὰς διαφοράς = yuḥissu bi-fuṣūlin wa iḫtilāfin
- διαφορά (noun) Arist. Metaph.
- διαφορά (noun) Arist. Part. anim.
- διαφορά (noun) Arist. Part. anim.
- διαφορά (noun) Arist. Part. anim.
- διαφορά (noun) Arist. Part. anim.
- διαφορά (noun) Arist. Part. anim.
- διαφορά (noun) Arist. Part. anim.
- διαφορά (noun) Arist. Part. anim.
- διαφορά (noun) Arist. Part. anim.
- διαφορά (noun) Arist. Part. anim.
- διαφορά (noun) Arist. Part. anim.
- διαφορά (noun) Arist. Part. anim.
- διαφορά (noun) Arist. Part. anim.
- διαφορά (noun) Arist. Part. anim.
- διαφορά (noun) Arist. Part. anim.
- διαφορά (noun) Arist. Part. anim.
- διαφορά (noun) Arist. Phys.
- διαφορά (noun) Arist. Phys.
τόπου δὲ εἴδη καὶ διαφοραὶ τἄνω καὶ κάτω καὶ ἔμπροσθεν καὶ ὄπισθεν καὶ δεξιὸν καὶ ἀριστερόν Arist. Phys. III 5, 205b32 = wa-anwāʿu l-makāni wa-fuṣūluhū hiya fawqu wa-asfala wa-amāmu wa-ḫalfu wa-yamnatan wa-yasratan - διαφορά (noun) Arist. Phys. μὴ διαφέρει διαφορᾷ = lā yaḫtalifu fī l-faṣli
- διαφορά (noun) Arist. Poet.
ἐν αὐτῇ δὲ τῇ διαφορᾷ καὶ ἡ τραγῳδία πρὸς τὴν κωμῳδίαν διέστηκεν Arist. Poet. 2, 1448a16 = wa-bi-hāḏā l-faṣli bi-ʿaynihī l-ḫilāfu llaḏī li-l-madīḥi ʿinda l-hiǧāʾi 222.22 - διαφορά (noun) Arist. Poet. ṣinfun wa-faṣlun
δῆλον δὲ ὅτι καὶ τῶν λεχθεισῶν ἑκάστη μιμήσεων ἕξει ταύτας τὰς διαφοράς Arist. Poet. 2, 1448a8 = fa-ẓāhirun bayyinun an yakūna kullu tašbīhin wa-ḥikāyatun mina llatī waṣaftu ... lahā hāḏihi l-aṣnāfu wa-l-fuṣūlu 222.16 - διαφορά (noun) Arist. Poet.
ἔτι δὲ τούτων τρίτη διαφορὰ τὸ ὡς ἕκαστα τούτων μιμήσαιτο ἄν τις Arist. Poet. 3, 1448a19 = wa-ayḍan al-ṯāliṯu li-hāḏihī l-fuṣūli wa-minhā huwa an tušbiha kulla wāḥidin wāḥidin min hāḏihī 222.23 - διαφορά (noun) Arist. Poet. faṣlun wa-ṣinfun
ἐν τρισὶ δὴ ταύταις διαφοραῖς ἡ μίμησίς ἐστιν, ὡς εἴπομεν κατ' ἀρχάς, ἐν οἷς τε καὶ ἃ καὶ ὥς Arist. Poet. 3, 1448a24 = bi-tašbīhihim wa-ḥikāyatihim ka-mā qulnā munḏu l-ibtidāʾi bi-hāḏihī l-fuṣūli wa-l-aṣnāfi l-ṯalāṯati wa-bi-hāḏihī fa-mina l-ḍarūrati 224.4 - διαφορά (noun) Arist. Poet. ṣinfun wa-faṣlun
περὶ μὲν οὖν τῶν διαφορῶν καὶ πόσαι καὶ τίνες τῆς μιμήσεως εἰρήσθω ταῦτα Arist. Poet. 3, 1448b2 = ammā aṣnāfu l-tašbīhi wa-l-ḥikāyati wa-fuṣūluhā wa-kammiyyatuhā wa-ayyumā hiya fa-hiya hāḏihi llatī qīlat 224.14 - διαφορά (noun) Artem. Onirocr.
- διαφορά (noun) Artem. Onirocr.
- διαφορά (noun) Galen An. virt.
οὐδεμίαν ἐπινοῶ διαφορὰν Galen An. virt. 39.2 = fa-laysa yumkinu an afhama fīhi šayʾan mina l-fuṣūli 14.19 - διαφορά (noun) Nicom. Arithm. αἱ διαφοραὶ καὶ τὰ εἴδη = fuṣūluhumā wa-anwāʿuhumā
- διαφορά (noun) Porph. Isag.
- διαφορά (noun) Porph. Isag.
- διαφορά (noun) Porph. Isag.
- διαφορά (noun) Porph. Isag.
- διαφορά (noun) Porph. Isag.
- διαφορά (noun) Porph. Isag.
- διαφορά (noun) Ps.-Plut. Placita
- διαφορά (noun) Ptol. Hypoth.
- διαφορα Them. In De an.
- διαφορα Them. In De an.
- διέξειμι
- διέξειμι (verb) Alex. qu. III 3 [Sens.]
- διίστημι
- διίστημι (verb) Porph. Isag. διέστησεν ἡμᾶς ἀπ' ἐκείνων = fuṣilnā minhum
- διίστημι (verb) Porph. Isag. διέστησεν ἡμᾶς ἀπ' ἐκείνων = fuṣilnā minhum
- διορίζω
- διορίζω (verb) Arist. An. post. διορίσωμεν = wa-l-nufaṣṣil..wa-nulaḫḫiṣ
- διορίζω (verb) Arist. Eth. Nic. mayyaza wa-faṣṣala
- διορίζω (gerund) Arist. Gener. anim. διορίσαι
- διορίζω (verb) Arist. Gener. anim. διωρίσθω = ǧarrabnā wa faṣṣalnā
- διορίζω (verb) Arist. Phys.
- διορίζω (verb) Arist. Rhet. hend.; ḥadda wa-faṣṣala
- διορίζω (verb) Arist. Rhet. διώρισται περὶ τούτων = hend.; ḥadadnā hāḏihi wa faṣṣalnāhā
- διορίζω (pass. part.) Arist. Rhet. διωρισμένον = hend.; maḥdūdun wa-mafṣūlun
- διορίζω (verb) Galen An. virt. faṣṣala … tafṣīlan
- διχοτομία
- διχοτομία (noun) Arist. Part. anim. bi-nawʿi l-taǧzīʾi allaḏī yuǧazziʾu kulla ǧinsin bi-faṣlayni
- ἔαρ
- ἔαρ (noun) Hippocr. Aer. faṣlu l-rabīʿi
- ἔαρ (noun) Hippocr. Aer. faṣlu l-rabīʿi
- εἰμί
- εἶπον
- εἶπον (verb) Galen An. virt. ἂν ... εἴποιμι = sa-ufaṣṣiluhā
ἃ τάχ᾿ ἂν ἐφεξῆς εἴποιμι ξύμπαντα πρότερον ἀναμνήσας ὃν ὁ Πλάτων ἔγραψε λόγον Galen An. virt. 42.8 = wa-laʿallī sa-ufaṣṣiluhā laka fī-mā astaʾnifu iḏā anā badaʾtu bi-ḏikri mā waḍaʿa Aflāṭun bi-mā bayyana min raʾyihī 17.7 - ἐλλείπω
- ἐλλείπω (verb) Arist. Gener. anim. μικρὸν ἐλλείπουσι = laysa baynahum...faṣlun illā bi-l-amri l-yasīri
- θαυμάσιος
- θαυμάσιος (adj.) Arist. Gener. anim. πρὸς φυτὸν ... θαυμάσιον = fa-bayna hāḏā l-ḥayawāni wa-l-naṣbi faṣlun ʿaǧībun
- κεῖω
- λαμβάνω
- λαμβάνω (verb) Alex. qu. III 3 [Sens.] ἔλαβεν διχῶς = faṣṣala...nawʿāni aḥaduhumā...wa-l-āḫaru
- λαμβάνω (verb) Alex. qu. III 3 [Sens.]
- λαμβάνω Alex. qu. III 3 [Sens.]
- μεταβολή
- μεταβολή (noun) Galen An. virt.
- μόριον
- μόριον (noun) Arist. Hist. anim.
- ὁρίζω
- ὁρίζω (pass. part.) Arist. An. post. ὁ ὁριζόμενος = ʿindamā yufaṣṣilu wa-yuḥaddidu
- ὁρίζω (act. part.) Arist. Meteor.
φαίνεται γὰρ ἐν πᾶσιν ἡ μὲν θερμότης καὶ ψυχρότης ὁρίζουσαι Arist. Meteor. IV 1, 378b15 = wa-burhānu ḏālika anna l-ḥarārata wa-l-burūdata tufaṣṣilāni l-ašyāʾa 1072 - ὁρίζω (verb) Ps.-Plut. Placita
- παραλλάσσω
- παραλλάσσω (gerund) Arist. Gener. anim. παραλλάττειν
- περίοδος
- περίοδος (noun) Hippocr. Aer.
- ποιέω
- ποιέω (verb) Alex. qu. III 3 [Sens.] διαίρεσιν ἐποιήσατο
- ποιέω (verb) Alex. qu. III 3 [Sens.] διαίρεσιν ἐποιήσατο
- χωρίζω
- χωρίζω (act. part.) Arist. Eth. Nic. χωρίσαντες (sc. τἀγαθά) = faṣalnā l-ḫayrāti
- χωρίζω (verb) Galen An. virt. faraqa wa-faṣala
- χωρίζω (verb) Galen An. virt. faṣala wa-faraqa
- χωρίζω (verb) Porph. Isag.
- ὥρα
- ὥρα (noun) Ps.-Plut. Placita ὧραι = fuṣūlu l-sanati