Lookup cumulative lexical entry: تقدّم
- ἀναβαίνω
- ἀναβαίνω (verb) Artem. Onirocr.
- ἀπογιγνώσκω
- ἀπογιγνώσκω (gerund) Hippocr. Progn. ἀπογινώσκειν = yataqaddamu fa-yaʿlamu
- ἀρχαιότης
- ἀρχαιότης (noun) Artem. Onirocr. taqaddumihi
- δικάζω
- δικάζω (verb) Artem. Onirocr. δικάζομαι = taqaddama ilā l-qāḍī
- δικάζω (verb) Artem. Onirocr. δικάζομαι = yataqaddamu ilā l-qāḍī
- δίκη
- δίκη (noun) Artem. Onirocr. yataqaddamu ilā l-ḥākimi
- δίκη (noun) Artem. Onirocr. li-man yataqaddamu ilā l-quḍā
- εἰς
- εἰς (prep.) Hippocr. Off. med. ἐς τὸ πρόσθεν
- ἔμπροσθεν
- ἔμπροσθεν (adv.) Artem. Onirocr.
- ἔμπροσθεν (adv.) Artem. Onirocr.
- ἔμπροσθεν (adv.) Nicom. Arithm. ἐν τοῖς ἔμπροσθεν = fī-mā taqaddama
- ἐφεξῆς
- ἐφεξῆς (adv.) Galen An. virt. fī-mā taqaddama
- ἐφίστημι
- ἐφίστημι (verb) Artem. Onirocr. ἐφίσταμαι
- ἔχω
- ἔχω (verb) Galen An. virt.
ἐρωτήσω περὶ τῶν πρώτων ... ἀνθρώπων, οἳ μηδένα πρὸ ἑαυτῶν ἔσχον ἕτερον Galen An. virt. 75.4 = wa-asʾaluhum ... fī l-nāsi ... l-awwalīna allaḏīna lam yataqaddamhum insānun āḫaru 40.8 - ἡγεμών
- ἡγεμών (noun) Nicom. Arithm.
- ἡγέομαι
- ἡγέομαι (gerund) Arist. Eth. Nic. ἡγεῖσθαι = yataqaddamu
κατὰ φύσιν δοκεῖ ἄρχειν καὶ ἡγεῖσθαι καὶ ἔννοιαν ἔχειν περὶ καλῶν καὶ θείων Arist. Eth. Nic. X 7, 1177a14 = yuẓannu bihī annahū yarʾasu bi-l-ṭabʿi wa-yataqaddamu wa-lahū fikratun fī l-ǧiyādi wa-l-ilāhiyyati 557.10 - ἡγέομαι (verb) Arist. Hist. anim.
- ἡγέομαι (verb) Nicom. Arithm.
- ἱστορία
- ἱστορία (noun) Artem. Onirocr. al-ḥadīṯu llaḏī taqaddama
- ἱστορία (noun) Artem. Onirocr. li-l-ḥadīṯi llaḏī taqaddama
- μαντεύομαι
- μαντεύομαι (pass. part.) Arist. Gener. anim.
- μιμνήσκω
- μιμνήσκω (verb) Nicom. Arithm. yataqaddamu ḏikruhā
- πάλαι
- πάλαι (adv.) Hippocr. Nat. hom. fī-mā taqaddama
- πορεύω
- πορεύω (verb) Artem. Onirocr. πορεύομαι = yaḫruǧa...aw yataqaddama
- πρεσβύς
- πρεσβύς (adj. comp.) Nicom. Arithm. πρεσβυτέρας = al-šadīdu l-taqaddumi
- προαγόρευσις
- προαγόρευσις (noun) Hippocr. Aphor. al-taqaddumu bi-l-qaḍiyyati
- προαγορεύω
- προαγορεύω (verb) Artem. Onirocr. tataqaddamu...fa-tadullu
- προαγορεύω (gerund) Hippocr. Nat. hom. προαγορεύεσθαι = al-taqaddumu bi-l-qaḍiyyati
- προάγω
- προάγω (pass. part.) Arist. Eth. Nic.
τοῖς ἔθεσι προηγμένων Arist. Eth. Nic. X 9, 1180a8 = allaḏīna qad taqaddamat fīhimu l-ʿādatu 573.13 - προάγω (pass. part.) Ps.-Plut. Placita
- προαιρέομαι
- προαιρέομαι (verb) Arist. Rhet. paraphr.; yataqaddamu fa-yaḫtāru
- προαιρέομαι (verb) Arist. Rhet. paraphr.; yataqaddamu fa-yaḫtāru
- προαιρέομαι (verb) Arist. Rhet. paraphr.; yataqaddamu fa-yaḫtāru
- προαιρέομαι (act. part.) Arist. Rhet. paraphr.; taqaddumu iḫtiyārin
- προαιρέομαι (act. part.) Arist. Rhet. paraphr.; taqaddumu iḫtiyārin
- προαιρέομαι (verb) Arist. Rhet. paraphr.; taqaddumu l-iḫtiyāri
- προαίρεσις
- προαίρεσις (noun) Arist. Rhet. κατὰ τὴν προαίρεσιν = paraphr.; ʿalā ḥasabi mā yataqaddamu fa-yaḫtāru
- προαίρεσις (noun) Arist. Rhet. paraphr.; taqaddumu iḫtiyārin
- προαποδείκνυμι
- προαποδείκνυμι (pass. part.) Galen An. virt. τὰ προαποδεδειγμένα = mā taqaddama l-burhānu ʿalayhi
ὅτι μὲν οὖν ὁ Πλάτων αὐτὸς ὁμολογεῖ τὰ προαποδεδειγμένα ὑπ’ ἐμοῦ Galen An. virt. 51.7 = anna Aflāṭūn kāna muwāfiqan li-mā taqaddama l-burhānu minnī ʿalayhi 23.23 - προαριστάω
- προαριστάω (verb) Hippocr. Diaet. acut. taqaddama wa-taġaddā
- προγευω
- προγίγνομαι
- προγίγνομαι (verb) Galen Med. phil.
- προγιγνώσκω
- προγιγνώσκω (verb) Galen Med. phil. nataqaddamu fa-naʿlamu
- προγιγνώσκω (act. part.) Hippocr. Progn. προγινώσκων = taqaddama wa-ʿarifa
- πρόειμι
- πρόειμι (act. part.) Arist. Gener. anim. προιούσης
- προεῖπον
- προεῖπον (verb) Galen Med. phil. yataqaddamu fa-yunḏiru
- προεξευκρινέω
- προεξευκρινέω (act. part.) Hippocr. Aphor. τοῦτο προεξευκρινήσαντα = taqaddama munḍiǧan fīhi fa-dabbara l-amra ʿalā mā yanbaġī
καὶ τοῦτο προεξευκρινήσαντα ποιεῖν Hippocr. Aphor. I 24 = wa-innamā yanbaġī an yafʿala ḏālika baʿda an yataqaddama munḍiǧan fīhi fa-yudabbira l-amra ʿalā mā yanbaġī 9.6 - προερέω
- προερέω (pass. part.) Arist. Eth. Nic. τὰ προειρημένα = mā taqaddama (sc. min qawlin)
ἀναλαβοῦσι δὴ τὰ προειρημένα συντομώτερος ἂν εἴη ὁ λόγος Arist. Eth. Nic. X 6, 1176a32 = in uʿīda mā taqaddama kāna qawlan wāǧizan 553.8 - προερέω (pass. part.) Porph. Isag. προειρημένον ἐστὶν = taqaddama wa-waṣafa
- προέρχομαι
- προέρχομαι (verb) Artem. Onirocr.
- προκρίνω
- προκρίνω (verb) Arist. Rhet. paraphr.; taqaddama fa-ḫtāra
- προκρίνω (verb) Hippocr. Diaet. acut. προκρίνει ἡ νοῦσος = taqaddama buḥrānun
- προλαμβάνω
- προλαμβάνω (verb) Arist. Metaph.
- προλέγω
- προλέγω (verb) Galen Med. phil. taqaddama fa-anḏara
- προλέγω (conjunction) Hippocr. Progn. προλέγειν = taqaddama wa-anḏara
- προλυπέω
- προλυπέω (pass. part.) Arist. Eth. Nic. προλυπηθέντες = iḏā taqaddama ḥuznuhum
- πρόοιδα
- πρόοιδα (verb) Arist. An. post. προῄδει = fa-qad kāna taqaddama fa-ʿulima
- πρόοιδα (act. part.) Hippocr. Progn. προειδώς = yataqaddamu fa-yaʿlamu
- προοράω
- προοράω (verb) Arist. Poet. taqaddama fa-raʾā
ἐπεὶ ἐὰν μὴ τύχῃ προεωρακώς Arist. Poet. 4, 1448b17 = min qibali annahū in lam yataqaddam fa-yarā 224.24 - πρόρρησις
- πρόρρησις (noun) Artem. Onirocr. tataqaddamu fa-tadullu
- προσέρχομαι
- προσέρχομαι (verb) Artem. Onirocr.
- πρόσθεν
- πρόσθεν (adv.) Hippocr. Off. med. ἐς τὸ πρόσθεν
- προσκέπτομαι
- προσκέπτομαι (verb) Galen An. virt. προσκεπτομένοις = nataqaddama fa-naqīsa
- πρόσταξις
- πρόσταξις (noun) Aelian. Tact.
- πρόσω
- πρόσω (adv.) Hippocr. Off. med.
- πρόσω (adv.) Hippocr. Off. med.
- πρότερον
- πρότερον (adv.) Arist. An. post. fa-qad ḫabbarnā bihi fīmā taqaddama
- πρότερον (adv.) Arist. An. post. εἴρηται πρότερον = fa-ḏālika qad taqaddamnā fa-aḫbarnā bihi
- πρότερος
- πρότερος (adj.) Arist. An. post. ὥσπερ εἴρηται καὶ πρότερον = kamā qīla fīmā taqaddama ayḍan
- πρότερος (adj.) Arist. Gener. anim. τὸ ὑπάρχειν πρότερον
- πρότερος (adj.) Arist. Phys. πρότερον = fī-mā taqaddama
- πρότερος (adj.) Arist. Phys. πρότερον = fī-mā taqaddama
- πρότερος (adj.) Arist. Phys. τοὺς μὲν πρότερα = mā huwa ašadda taqadduman
διαφέρουσι δ᾿ ἀλλήλων τῷ τοὺς μὲν πρότερα τοὺς δ᾿ ὕστερα λαμβάνειν (sc. τἀναντία) Arist. Phys. I 5, 188b31 = illā annahum yaḫtalifūna fī anna baʿḍahum yaʾḫuḏu minhā mā huwa ašaddu taqadduman wa-baʿḍahum yaʾḫuḏu minhā mā huwa ašaddu taʾaḫḫuran 48.1 - πρότερος (adj.) Artem. Onirocr. fī-mā taqaddama
- πρότερος (adj.) Porph. Isag. τὸ προτέροις εἶναι = annahumā yataqaddamāni
- προτεχνολογέω
- προτεχνολογέω (pass. part.) Nicom. Arithm. ἐν τοῖς προτεχνολογηθεῖσιν = fī-mā taqaddama
- προτρεχω
- προυπολλαμβάνω
- προυπολλαμβάνω (gerund) Arist. An. post. προυπολλαμβάνειν = an tataqaddama fa-tataṣawwara
- προϋποτίθημι
- προϋποτίθημι (gerund) Hippocr. Diaet. acut. προϋποτιθέναι = taqaddama fa-waḍaʿa taḥta
- προϋφίστημι
- προϋφίστημι (verb) Porph. Isag. yataqaddamu wuǧūduhū wuǧūda
- προχωρέω
- προχωρέω (act. part.) Nicom. Arithm. προχωροῦσιν = tataqaddamu ilā quddāmin
- πρωτεύω
- πρωτεύω (verb) Ps.-Plut. Placita
- σαίνω
- σαίνω (verb) Artem. Onirocr.
- φράζω
- φράζω (pass. part.) Nicom. Arithm. φρασθείσῃ = wa-qad qulnā fī mā taqaddama