Lookup cumulative lexical entry: راس

  1. ἀκέφαλος
  2. ἄκρος
  3. ἀκρώμιον
  4. ἀναδέω
  5. ἀποκορυφόω
  6. ἀρχή
  7. ἄρχω
    • ἄρχω (verb) Arist. Eth. Nic.
      κατὰ φύσιν δοκεῖ ἄρχειν καὶ ἡγεῖσθαι καὶ ἔννοιαν ἔχειν περὶ καλῶν καὶ θείων Arist. Eth. Nic. X 7, 1177a13 = yuẓannu bihī annahū yarʾasu bi-l-ṭabʿi wa-yataqaddamu wa-lahū fikratun fī l-ǧiyādi wa-l-ilāhiyyati 557.10
    • ἄρχω (verb) Arist. Phys. ἵνα ἄρξωσιν = kaymā yarʾasū
    • ἄρχω (verb) Artem. Onirocr.
    • ἄρχω (verb) Artem. Onirocr.
  8. βρέγμα
  9. δικέφαλος
  10. ἐγκέφαλος
  11. ἡγεμών
  12. ἡγέομαι
  13. κεφάλαιον
  14. κεφάλαιος
  15. κεφαλαλγία
  16. κεφαλή
  17. κέφαλος
    • κέφαλος (noun) Arist. Gener. anim. τὰ ... ὄπισθεν [ τὴς κέφαλης? ] κενὰ ὑγρότητος = muʾaḫḫaru l-raʾsi ḫālin mina l-ruṭūbati
  18. κεφαλωτός
  19. κόρση
  20. κορυδός
  21. κορυφαῖος
  22. κορυφή
  23. κορύφωσις
  24. κυνοκέφαλος
  25. μακροκέφαλος
  26. μελαγκόρυφος
  27. μέτωπον
  28. πάλιν
  29. πολυκέφαλος
  30. προΐστημι
  31. πρότερον
  32. στερέω
  33. στεφάνη
    • στεφάνη (noun) Erat. Cub. dupl.
      καθήρμοσται ὑπ' αὐτὴν τὴν στεφάνην τῆς στήλης Erat. Cub. dupl. 94.9 = wa-qad ulṣiqa ʿalā raʾsi ḏālika l-qāʾimi bi-l-raṣāṣi 157.8
  34. ὑπήνη
  35. φορέω
The database query could not be executed.