Lookup cumulative lexical entry: شهوة

  1. ἀκολασία
  2. ἀκρασία
  3. ἀκράτεια
  4. ἀναισθησία
  5. ἀνελευθεριότης
  6. ἀφροδίσιος
  7. γνώμη
  8. ἐγκράτεια
  9. ἐπαφροδισία
  10. ἐπιθυμέω
  11. ἐπιθυμητικός
  12. ἐπιθυμία
  13. ἔρως
  14. ἐρωτικός
  15. ἐϕίημι
    • ἐϕίημι (verb) Plot. ἐϕίεται
      πολλὰ δὲ ὧν ἐϕίεται Plot. Enn. IV 8, 8.21 = وذلك أن الأمور الدنية قد غلبت عليها كالشهوة المذمومة واللذة الدنية 91.16
  16. ἡδονή
  17. ὀρέγομαι
    • ὀρέγομαι (verb) Arist. Eth. Nic.
      τὸ ζῆν ... οὗ ὀρέγονται Arist. Eth. Nic. X 4, 1175a16 = al-ḥayātu llatī takūnu bihā l-šahwatu 545.15
  18. ὄρεξις
  19. παροπτάω
  20. πρόθυμος
    • πρόθυμος (adj.) Hippocr. Aphor. προθυμότερος = aqwā šahwatan
      τούτων (sc. παιδία) δὲ ἢ τύχῃ αὐτὰ ἑωυτέων προθυμότερα ἐόντα Hippocr. Aphor. I 13 = wa-mā kāna mina l-ṣibyāni aqwā šahwatan fa-huwa aqallu ḥtimālan lahū 6.2
  21. φαντασία
  22. φιλονεικία
The database query could not be executed.