Lookup cumulative lexical entry: صار

  1. ἄγω
  2. ἀναιρέω
  3. ἀνακομιδή
  4. ἀναλύω
  5. ἀναξηραίνω
  6. ἀναφαίνω
  7. ἀναχωρέω
  8. ἀνδρόω
  9. ἀνίστημι
  10. ἀντιποιέω
    • ἀντιποιέω (verb) Arist. Poet. ἀντιποιοῦμαι = ṣāra ... huwa mutamassikun
      διὸ καὶ ἀντιποιοῦνται τῆς τε τραγῳδίας καὶ τῆς κωμῳδίας οἱ Δωριεῖς Arist. Poet. 3, 1448a30 = wa-li-ḏālika ṣāra ahlu Dāriyās hum mutamassikūna bi-l-madīḥi wa-l-hiǧāʾi 224.8
  11. ἀπεργάζομαι
  12. ἀποβαίνω
  13. ἀποδίδωμι
  14. ἀποκρίνω
    • ἀποκρίνω (gerund) Arist. Gener. anim. τὴν τροφὴν εἰς τὴν σπερματικήν ἀποκρίνεσθαι περίττωσιν = al-ġiḏāʾu yamīlu wa yaṣīru fī faḍlati l-zarʿa
  15. ἀποτελέω
  16. ἁρμόζω
  17. ἀτροφέω
  18. αὐτός
  19. ἀφικνέομαι
  20. βαδίζω
  21. βαρέω
  22. βασιλεύω
  23. γεννάω
  24. γίγνομαι
  25. γίνομαι
  26. δεκτικός
    • δεκτικός (adj.) Erat. Cub. dupl. τὰ δεκτικά = allatī taṣīru fīhā
      δυνησόμεθα ... ἀναμετρεῖν τὰ τούτων δεκτικὰ ἀγγεῖα Erat. Cub. dupl. 90.21 = yukālu bihī ... l-āniyatu llatī taṣīru fīhā hāḏihi l-ašyāʾu 153.18
  27. διαβιβάζω
  28. διαζεύγνυμι
    • διαζεύγνυμι (pass. part.) Arist. Gener. anim. διαζευχθεῖσι γεννᾶν = fa-iḏā iftaraqū wa ṣāra l-riǧālu maʿa ġayri ulāʾika l-nisāʾi wa-l-nisāʾu ayḍan maʿa ġayri ulāʾika l-riǧāli yakūnu minhum waladun
  29. διατελέω
  30. διατίθημι
  31. διατρίβω
  32. διό
    • διό (adv.) Proclus El. theol. wa-ṣāra …
      διὸ κατὰ ταὐτὸν ἀμερὲς ἐκεῖνο καὶ ἄπειρον Proclus El. theol. 86: 78.28 = wa-ṣāra lā tataǧazzaʾu wa-lā ġāyata lahū maʿan 86.9
  33. δουλεύω
  34. δοῦλος
  35. ἐγγίγνομαι
  36. εγγινομαι
  37. ἐγκλίνω
  38. ἐγχειρέω
  39. εἰδοποιέω
  40. εἰμί
  41. εἰς
  42. ἐλαύνω
  43. ἐλλείπω
  44. ἐμπίπτω
  45. ἐνάγω
  46. ἐξατμίζω
  47. ἐπαγωγή
  48. ἐπιγίγνομαι
    • ἐπιγίγνομαι (pass. part.) Arist. Eth. Nic. ἐπιγινόμενον = mā yaṣīru fīhi
      τελειοῖ δὲ τὴν ἐνέργειαν ἡ ἡδονὴ οὐχ ὡς ἕξις ἐνυπάρχουσα, ἀλλ’ ὡς ἐπιγινόμενόν τι τέλος Arist. Eth. Nic. X 4, 1174b33 = tammamati l-laḏḏatu l-fiʿla lā ka-hayʾatin hiya fīhi bal ka-tamāmin mā yaṣīru fīhi min baʿdu 545.3
    • ἐπιγίγνομαι (pass. part.) Hippocr. Aer. ἐπιγιγνομένης
  49. ἐπιδεδικτός
  50. ἐπιδίδωμι
  51. ἐπισκιάζω
    • ἐπισκιάζω (verb) Arist. Gener. anim. ὁμαλὸν δ᾿ ὅπως μὴ ἐπισκιάζῃ ῥυτιδούμενον = wa-yanbaġī an yakūna amlasan mustawiyyan likay lā yakūnu fīhi tašannuǧun wa-yaṣīru miṯla ẓillin ʿalā l-ʿayni
  52. ἐπιτρέπω
  53. ἐρυθραίνω
  54. ἔρχομαι
  55. εὐθυβολέω
  56. ἔχω
  57. ηκω
  58. θέω
  59. ἱεράομαι
  60. ἰσοδυναμέω
  61. καθίστημι
  62. κατέρχομαι
  63. κολπόω
  64. κραδαίνω
  65. κρυσταλλοειδής
  66. κτάομαι
  67. κυανίζω
  68. λαμβάνω
  69. μαίνομαι
    • μαίνομαι (pass. part.) Galen An. virt. μαινόμενος = ṣāra ka-l-maǧnūni
      ὃ δ' ἐπεὶ φρένας ἄασεν οἴνῳ, μαινόμενος κάκ' ἔρεξε Galen An. virt. 40.15 = fāraqahū bi-sababihā ʿaqluhū, fa-ṣāra ka-l-maǧnūni wa-faʿala afʿālan radīʾatan 16.2
  70. μένω
  71. μεταβάλλω
  72. μεταβιόω
  73. μεταλαμβάνω
  74. μεταχωρέω
  75. νοσέω
  76. ὅθεν
  77. ὁρμάω
  78. παραγίγνομαι
  79. παραγινομαι
  80. πάσχω
  81. παύω
    • παύω (gerund) Nicom. Arithm. οὐδαμὴ δύναται παύειν = lam yaṣir fī taqassumihi ilā ġāyati lā yanqasimu
  82. περιΐστημι
  83. περιποιέω
  84. ποιέω
  85. πολύς
  86. πορεύω
  87. προάγω
  88. πρόειμι
  89. προηγέομαι
  90. πρόσειμι
  91. προσπίπτω
  92. πυρόω
  93. σημαίνω
  94. στρατεύω
  95. συγκρατέω
  96. συμβαίνω
  97. συμφέρω
  98. συμψαύω
  99. συνάγω
  100. συνδυάζομαι
  101. συνίστημι
  102. συστέλλω
  103. τελειόω
  104. τρέπω
  105. τυγχάνω
  106. ὑμενόω
  107. ὑπάρχω
  108. ὑπομένω
  109. φέρω
  110. φοιτάω
The database query could not be executed.