Lookup cumulative lexical entry: نافع

  1. ἀγαθός
  2. ἀνωφελής
  3. ἀστεῖος
  4. ἄχρηστος
  5. ἐπίκουρος
  6. ἐπιτήδειος
  7. εὔχρηστος
  8. πολυωφελής
    • πολυωφελής (adj.) Arist. Eth. Nic. nāfiʿun ǧiddan
      τοῖς δὲ κατὰ λόγον τὰς ὀρέξεις ποιουμένοις καὶ πράττουσι πολυωφελὲς ἂν εἴη τὸ περὶ τούτων εἰδέναι Arist. Eth. Nic. I 3, 1095a11 = fa-ammā llaḏīna yaštahūna wa-yafʿalūna ʿalā ḥasabi mā yūǧibuhū l-fikru wa-l-raʾyu fa-inna l-ʿilma bi-hāḏihī l-ašyāʾi nāfiʿun lahum ǧiddan 117.17
  9. συμφερος
  10. συμφέρω
  11. συντείνω
  12. σωστικός
  13. ὑγιεινό
  14. χρησιμεύω
  15. χρήσιμος
  16. ὠφελέω
  17. ὠφέλιμον
  18. ὠφέλιμος
The database query could not be executed.