Lookup cumulative lexical entry: تغير
- ἄκοσμος
- ἄκοσμος (adj.) Artem. Onirocr.
- ἀκροσαπής
- ἀκροσαπής (adj.) Hippocr. Alim. mutaġayyarun taġayyuran yasiran
- ἀλλοιόω
- ἀλλοιόω (pass. part.) Arist. Gener. anim.
- ἀλλοιόω (verb) Artem. Onirocr.
- ἀλλοιόω (gerund) Galen An. virt. ἀλλοιοῦσθαι
πρὸς δὲ τὸν παρόντα λόγον ὑπόθεσιν λαβόντες <τὸ> ἀλλοιοῦσθαί τε τὴν οὐσίαν ἡμῶν Galen An. virt. 46.18 = wa-ammā fī kalāmī hāḏā fa-innī lammā ttaḫaḏtu aṣlan anna ǧawharanā yataġayyaru 20.14 - ἀλλοίωσις
- ἀλλοίωσις (noun) Alex. qu. III 3 [Sens.] bi-taġayyurin
- ἀλλοίωσις (noun) Arist. Cael.
- ἀλλοίωσις (noun) Arist. Metaph.
- ἀλλοίωσις (noun) Arist. Phys.
- ἄλλως
- ἄλλως (adv.) Arist. Cael. ἄλλως ἔχειν = istaḥāla wa-taġayyara
- ἄλλως (adv.) Arist. Cael. ἄλλως ἔχειν = istaḥāla wa-taġayyara
- ἀμεταβλησία
- ἀμεταβλησία (noun) Arist. Phys. ʿadamu l-taġayyuri
- ἀμετάβλητος
- ἀμετάβλητος (adj.) Arist. Cael. lā yataġayyaru...lā yataġayyaru wa-lā yastaḥīlu
- ἀμετάβλητος (adj.) Arist. Cael. lā yataġayyaru wa-lā yastaḥīlu
- ἀμετάβλητος (adj.) Arist. Cael. lā yataġayyaru...lā yataġayyaru wa-lā yastaḥīlu
- ἀμετάβλητος (adj.) Proclus El. theol. kāna bi-lā stiḥālatin wa-bi-lā taġayyurin
πᾶν μὲν τὸ ἀπὸ ἀκινήτου γινόμενον αἰτίας ἀμετάβλητον ἔχει τὴν ὕπαρξιν· πᾶν δὲ τὸ ἀπὸ κινουμένης, μεταβλητήν. Proclus El. theol. 76: 72.5 = kullu mā kāna min ʿillatin lā tataḥarraku fa-ḏālika l-šayʾu kāna bi-lā stiḥālatin wa-bi-lā taġayyurin, wa-kullu mā kāna min ʿillatin mutaḥarrikatin fa-ḏālika l-šayʾu kāna bi-stiḥālatin wa-bi-taġayyurin 76.2 - ἀμετάβλητος (adj.) Proclus El. theol. εἰ ... ἀμετάβλητον ... μένοι = in lam tastaḥil wa-lam tataġayyar wa-kānat ʿalā ḥālin wāḥidatin
- ἀναλλοίωτος
- ἀναλλοίωτος (adj.) Arist. Cael. lā yataġayyar
- ἀναλλοίωτος (adj.) Arist. Cael. lā yataġayyar
- ἀπαράλλακτος
- ἀπαράλλακτος (adj.) Nicom. Arithm. λόγον ἀπαράλλακτον = al-nisbatu...laysa fīhā taġayyurun
- ἀπαρεμπόδιστος
- ἀπαρεμπόδιστος (adj.) Nicom. Arithm. bi-lā muḫālafatin wa-lā taġayyurin
- ἀποδείκνυμι
- ἀποδείκνυμι (verb) Ps.-Plut. Placita μορφὰς ἑτέρας ἀπέδειξεν = tataġayyara ṣūratuhu
- ἄπταιστος
- ἄπταιστος (adj.) Nicom. Arithm. ἄπταιστον καὶ ἀμετακίνητον = allaḏī lā yataġayyaru wa-lā yastaḥīlu
- ἄσηπτος
- ἄσηπτος (adj.) Artem. Onirocr. lā yataġayyaru
- γίγνομαι
- γίγνομαι (verb) Arist. Cael. taġayyur (ilā)
- διαλλάσσω
- διαλλάσσω (verb) Artem. Onirocr.
- διαλλάσσω (verb) Hippocr. Aer.
- διαφέρω
- διαφέρω (verb) Arist. Gener. anim.
- διαφθορά
- διαφθορά (noun) Artem. Onirocr. wa-taġayyurihi
- εἰμί
- εἰμί (verb) Artem. Onirocr.
- εἰμί (verb) Artem. Onirocr.
- ἐνάλλαττω
- ἐνάλλαττω (verb) Ps.-Plut. Placita ἐναλλαγείη = taġayyara wa-btadala
- ἕτερος
- ἕτερος (adj.) Ps.-Plut. Placita μορφὰς ἑτέρας ἀπέδειξεν = tataġayyara ṣūratuhu
- εὐκίνητος
- εὐκίνητος (adj.) Ps.-Arist. Virt. εὐκίνητον εἶναι = yataġayyaru taġayyuran sarīʿan
- εὐκίνητος (adj.) Ps.-Arist. Virt. εὐκίνητον εἶναι = yataġayyaru taġayyuran sarīʿan
- εὐμετάβολος
- εὐμετάβολος (adj.) Arist. Cat. sahlatu l-taġayyuri
- εὐμετάβολος (adj.) Artem. Onirocr. sarīʿu l-taġayyuri
- εὐμετάβολος (adj.) Ps.-Arist. Virt. yataġayyaru sarīʿan
- κολακεία
- κολακεία (noun) Arist. Mag. mor.
- μεταβαίνω
- μεταβαίνω (verb) Nicom. Arithm.
- μεταβάλλω
- μεταβάλλω (verb) Arist. Cael.
- μεταβάλλω (verb) Arist. Cael.
- μεταβάλλω (verb) Arist. Cael.
- μεταβάλλω (verb) Arist. Cael.
- μεταβάλλω (verb) Arist. Cael.
- μεταβάλλω (verb) Arist. Cael.
- μεταβάλλω (verb) Arist. Cael.
- μεταβάλλω (verb) Arist. Cael.
- μεταβάλλω (act. part.) Arist. Cael. μεταβάλλων = bi-taġayyurin
- μεταβάλλω (verb) Arist. Cat.
- μεταβάλλω (act. part.) Arist. Cat. τὰ αὐτὰ μεταβάλλοντα = bi-an tataġayyara anfusahā
- μεταβάλλω (verb) Arist. Cat.
ταχὺ δὲ μεταβάλλει ἐκ θερμοῦ ψυχρὸς γιγνόμενος καὶ ἐκ τοῦ ὑγιαίνειν εἰς τὸ νοσεῖν Arist. Cat. 8b38 = illā annahū qad yataġayyaru bi-surʿatin fa-yaṣīru bāridan baʿada an kāna ḥārran wa-yantaqilu min al-ṣiḥḥati ilā l-maraḍi BN 169b11 - μεταβάλλω (act. part.) Arist. Cat.
διαθέσεις δὲ λέγονται ἅ ἐστιν εὐκίνητα καὶ ταχὺ μεταβάλλοντα Arist. Cat. 8b36 = wa-ammā l-ḥālātu fa-yusammā bihā l-ašyāʾu l-sahilatu l-ḥarakati l-sarīʿatu l-taġayyuri BN 169b9 - μεταβάλλω (verb) Arist. Eth. Nic.
μεταβάλλειν μὲν οὖν εἰς τὴν ἡδονὴν ταχέως καὶ βραδέως ἔστιν Arist. Eth. Nic. X 3, 1173b2 = fa-yumkinu an yataġayyara ilā l-laḏḏati bi-surʿatin wa-ibṭāʾin 535.13 - μεταβάλλω (verb) Arist. Gener. anim. yataġayyaru wa yaṣīru
- μεταβάλλω (verb) Arist. Gener. anim.
- μεταβάλλω (verb) Arist. Gener. anim. tataġayyaru wa-tatanaqqalu
- μεταβάλλω (verb) Arist. Metaph.
- μεταβάλλω (verb) Arist. Metaph.
- μεταβάλλω (verb) Arist. Part. anim.
- μεταβάλλω (verb) Arist. Part. anim.
- μεταβάλλω (verb) Arist. Part. anim.
- μεταβάλλω (verb) Arist. Phys.
- μεταβάλλω (verb) Arist. Phys.
μεταβάλλει ... τὸ μεταβάλλον Arist. Phys. III 1, 200b33 = fa-inna l-mutaġayyira innamā yataġayyiru - μεταβάλλω (verb) Artem. Onirocr. taġayyarat fa-ṣārat
- μεταβάλλω (verb) Artem. Onirocr.
- μεταβάλλω (verb) Artem. Onirocr.
- μεταβάλλω (verb) Galen An. virt.
- μεταβάλλω (verb) Hippocr. Aer.
- μεταβάλλω (act. part.) Hippocr. Diaet. acut. μεταβάλλων
- μεταβαλλω Them. In De an.
- μεταβαλλω Them. In De an.
- μεταβαλλω Them. In De an.
- μεταβλητός
- μεταβλητός (adj.) Proclus El. theol. kāna bi-stiḥālatin wa-bi-taġayyurin
πᾶν μὲν τὸ ἀπὸ ἀκινήτου γινόμενον αἰτίας ἀμετάβλητον ἔχει τὴν ὕπαρξιν· πᾶν δὲ τὸ ἀπὸ κινουμένης, μεταβλητήν. Proclus El. theol. 76: 72.6 = kullu mā kāna min ʿillatin lā tataḥarraku fa-ḏālika l-šayʾu kāna bi-lā stiḥālatin wa-bi-lā taġayyurin, wa-kullu mā kāna min ʿillatin mutaḥarrikatin fa-ḏālika l-šayʾu kāna bi-stiḥālatin wa-bi-taġayyurin 76.3 - μεταβολή
- μεταβολή (noun) Alex. An. mant. [Vis.]
- μεταβολή (noun) Alex. An. mant. [Vis.]
- μεταβολή (noun) Alex. An. mant. [Vis.]
- μεταβολή (noun) Arist. Cat.
- μεταβολή (noun) Arist. Cat. κατὰ τόπον μεταβολή = al-taġayyuru bi-l-makāni
- μεταβολή (noun) Arist. Cat.
- μεταβολή (noun) Arist. Cat.
- μεταβολή (noun) Arist. Cat. ἡ κατὰ τόπον μεταβολή = al-taġayyuru bi-l-makāni
τῇ δὲ κατὰ τόπον μεταβολῇ ἡ κατὰ τόπον ἠρεμία μάλιστα ἔοικεν ἀντικεῖσθαι Arist. Cat. 15b3 = wa-l-taġayyuru bi-l-makāni yuḍādduhū l-sukūnu fī l-makāni wa-qad yušbihu an yakūna qad taqābala hāḏihī l-ḥarakati BN 178a1 - μεταβολή (noun) Arist. Gener. anim.
- μεταβολή (noun) Arist. Metaph.
- μεταβολή (noun) Arist. Metaph.
- μεταβολή (noun) Arist. Phys.
- μεταβολή (noun) Arist. Phys.
καὶ ὅλως μεταβολήν Arist. Phys. I 8, 191b33 = wa-bi-l-ǧumlati l-taġayyuri - μεταβολή (noun) Arist. Phys.
- μεταβολή (noun) Arist. Phys.
- μεταβολή (noun) Artem. Onirocr.
- μεταβολή (noun) Artem. Onirocr.
- μεταβολή (noun) Artem. Onirocr.
- μεταβολή (noun) Artem. Onirocr.
- μεταβολή (noun) Galen An. virt. οὐ ... τὰς μεταβολὰς ποιεόμεναι = laysa tataġayyaru taġayyuran
αἱ ... ὧραι... οὐ μεγάλας τὰς μεταβολὰς ποιεόμεναι Galen An. virt. 59.8 = azmānu l-sanati … wa-dālika li-annahā laysa tataġayyaru taġayyuran kaṯīran 29.18 - μεταβολή (noun) Galen An. virt. οὐ ... τὰς μεταβολὰς ποιεόμεναι = laysa tataġayyaru taġayyuran
αἱ ... ὧραι... οὐ μεγάλας τὰς μεταβολὰς ποιεόμεναι Galen An. virt. 59.8 = azmānu l-sanati … wa-dālika li-annahā laysa tataġayyaru taġayyuran kaṯīran 29.18 - μεταβολή (noun) Hippocr. Aer.
- μεταβολή (noun) Hippocr. Aer.
- μεταβολή (noun) Hippocr. Aer.
- μεταβολή (noun) Hippocr. Aer. taġayyuruhā wa-intiqāluhā
- μεταβολή (noun) Hippocr. Diaet. acut.
- μεταβολή (noun) Nicom. Arithm. ἐν μεταβολῇ παντοίᾳ = bi...wa-l-istiḥālati taġayyuran ʿāmman
- μεταβολή (noun) Nicom. Arithm. παντοίᾳ μεταβολῇ = taġayyuran ʿāmman
- μεταβολή (noun) Ps.-Plut. Placita
- μεταβολη Them. In De an.
- μεταβολη Them. In De an.
- μεταλλάσσω
- μεταλλάσσω (verb) Hippocr. Off. med.
- μεταπίπτω
- μεταπίπτω (verb) Nicom. Arithm. οὐ μεταπεσεῖται εἰς = lam yantaqil wa-lam yataġayyar ilā
- μετασχηματίζω
- μετασχηματίζω (pass. part.) Arist. Gener. anim. μετασχηματιζόμενος = taġayyara šaklun
- παύω
- παύω (verb) Artem. Onirocr. παύομαι
- ποικιλία
- ποικιλία (noun) Nicom. Arithm. taġayyuru aǧnāsin
- ποικίλος
- ποικίλος (adj.) Nicom. Arithm. ποικίλῳ λόγῳ = ka-l-nisbati...tataġayyaru
- πρόκατεργάζομαι
- πρόκατεργάζομαι (verb) Galen An. virt. istaḥāla wa-taġayyara
- σήπω
- σήπω (gerund) Hippocr. Aer. σήπεσθαι = ʿafanan wa-taġayyuran
- στρέφω
- στρέφω (verb) Arist. Cael.
- συμμεταβάλλω
- συμμεταβάλλω (gerund) Arist. Gener. anim.
- συμμεταβάλλω (verb) Arist. Phys.
- συμμεταβάλλω (verb) Galen An. virt. yataġayyaru bi-taġayyurin
ὁπότ᾿ οὖν τὸ λογιστικὸν τῆς ψυχῆς μονοειδῆ <τὴν> οὐσίαν ἔχον τῇ τοῦ σώματος κράσει συμμεταβάλλεται, τί χρὴ νομίσαι Galen An. virt. 44.4 = fa-iḏā kāna l-ǧuzʾu l-fikriyyu min aǧzāʾi l-nafsi, wa-ǧawharuhū ǧawharun ḫāṣṣun, qad yataġayyaru bi-taġayyuri mizāǧi l-badani, fa-mā llaḏī yanbaġī an natawahhama 18.11 - συμμεταβάλλω (verb) Galen An. virt. yataġayyaru bi-taġayyurin
ὁπότ᾿ οὖν τὸ λογιστικὸν τῆς ψυχῆς μονοειδῆ <τὴν> οὐσίαν ἔχον τῇ τοῦ σώματος κράσει συμμεταβάλλεται, τί χρὴ νομίσαι Galen An. virt. 44.4 = fa-iḏā kāna l-ǧuzʾu l-fikriyyu min aǧzāʾi l-nafsi, wa-ǧawharuhū ǧawharun ḫāṣṣun, qad yataġayyaru bi-taġayyuri mizāǧi l-badani, fa-mā llaḏī yanbaġī an natawahhama 18.11 - σχηματίζω
- σχηματίζω (pass. part.) Galen In De off. med. σχηματιζομένων = tataġayyaru aškālahā wa-naṣbatahā
- τρέπομαι
- τρέπομαι (verb) Alex. An. mant. [Vis.]
- τρέπω
- τρέπω (pass. part.) Alex. An. mant. [Vis.] τρεπομένου
- τρέπω (pass. part.) Alex. An. mant. [Vis.] τρεπομένῃ
- τρέπω (pass. part.) Alex. An. mant. [Vis.] τρεπόμενον φωτίζεται = yanfaʿilu wa yataġayyaru
- τρέπω (verb) Arist. Gener. anim. yamīlu wa yataġayyaru wa yaṣīru
- τρέπω (verb) Artem. Onirocr. τρέπομαι = yataġayyaru taġayyuran dāʾīman
- τρέπω (verb) Artem. Onirocr. τρέπομαι = yataġayyaru taġayyuran dāʾīman
- τρέπω (verb) Artem. Onirocr. τρέπομαι
- τρέπω (verb) Artem. Onirocr.
- τρέπω (verb) Artem. Onirocr. τρέπομαι
- τρέπω (verb) Artem. Onirocr. τρέπομαι
- τροπή
- τροπή (noun) Alex. An. mant. [Vis.]
- τροπή (noun) Alex. An. mant. [Vis.]
- τροπή (noun) Alex. An. mant. [Vis.]
- φαιδρός
- φαιδρός (adj.) Artem. Onirocr. tataġayyaru...ilā l-ġayri