Lookup cumulative lexical entry: خرج

  1. α-privativum
  2. ἀνατέλλω
  3. ἀνίημι
  4. ἀπαλλάσσω
  5. ἄπειμι
  6. ἀπέρχομαι
  7. ἀποβάλλω
  8. αποεχειν
  9. ἀποκρίνω
  10. ἀπόκρισις
  11. απολισθανω
  12. ἀπόλλυμι
  13. ἀπολύω
  14. ἀποχωρέω
  15. ἀφαιρέω
  16. ἀφίημι
  17. ἀφίστημι
  18. γίγνομαι
  19. διαφεύγω
  20. διαχωρέω
  21. διεκπνοή
  22. διέξειμι
  23. διέξοδος
  24. εἰμί
  25. ἐκβαίνω
  26. ἐκδύω
  27. ἐκκρίνω
  28. ἔκκρισις
  29. ἐκπέμπω
  30. ἐκπίπτω
  31. ἔκπτωσις
  32. ἐκπυρηνίζω
  33. ἐκρέω
  34. ἔκστασις
  35. ἐκφαίνω
  36. ἐκφέρω
  37. ἐκχωρέω
  38. ἕλκω
    • ἕλκω (verb) Galen An. virt. εἰς παραφροσύνην ἑλκόμεθα ... εἰς μελαγχολίαν = aḫraǧati l-insāna ilā l-waswāsi ... ḫaraǧa ilā l-mālanḫūliyā
      διὰ τί χολῆς μὲν ξανθῆς ἐν ἐγκεφάλῳ πλεοναζούσης εἰς παραφροσύνην ἑλκόμεθα διὰ τί δὲ τῆς μελαίνης εἰς μελαγχολίαν Galen An. virt. 39.14 = al-sababu llaḏī min aǧlihī matā kaṯurati l-mirratu l-ṣafrāʾu fī l-dimāġi aḫraǧati l-insāna ilā l-waswāsi wa-iḏā kaṯurat fīhi l-mirratu l-sawdāʾu ḫaraǧa ilā l-mālanḫūliyā 15.7
  39. ἐλλείπω
  40. ἐμέω
  41. ἐξαγωγή
  42. ἐξαφίημι
  43. ἔξειμι
  44. ἐξέρχομαι
  45. ἐξίστημι
  46. εξκρισις
  47. ἔξοδος
  48. ἐξονειρώσσω
  49. ἔξω
  50. ἐπεξέρχομαι
  51. ἡγέομαι
  52. λέγω
  53. λύω
  54. μεθίστημι
  55. Μεταβάλλω
    • Μεταβάλλω (verb) Plot. Μεταβάλλουσαι = فإن خرجت من ذاتها
      Μεταβάλλουσαι δὲ ἐκ τοῦ ὅλου εἰς τὸ μέρος τε εἶναι IV 8, 4.10 = فإن خرجت من ذاتها أي من الكل إلى الجزء 108.15
  56. μεταλλεύω
  57. ὁρμάω
  58. ποιέω
  59. πορεύω
  60. πρόειμι
  61. προεκπίπτω
  62. προέρχομαι
  63. προΐημι
  64. προοδοποιέομαι
  65. προχέω
  66. προχωρέω
  67. στρατεύω
  68. συνεξέρχομαι
  69. συνθλίβω
  70. συνίστημι
  71. τυχαῖος
  72. ὑπερέχω
  73. φέρω
  74. φύω
  75. χωρέω
The database query could not be executed.