Lookup cumulative lexical entry: خرّج
- α-privativum
- α-privativum Arist. Eth. Nic. ἀλόγως = ḫaraǧa mina l-ṣawābi
- ἀνατέλλω
- ἀνίημι
- ἀνίημι (verb) Diosc. Mat. med.
- ἀπαλλάσσω
- ἀπαλλάσσω (verb) Artem. Onirocr. ἀπαλλάσσομαι
- ἄπειμι
- ἄπειμι (gerund) Arist. Gener. anim. ἀπιέναι
- ἀπέρχομαι
- ἀπέρχομαι (verb) Arist. Gener. anim.
- ἀπέρχομαι (verb) Hippocr. Genit.; Nat. puer.
- ἀπέρχομαι (act. part.) Hippocr. Humor. τὰ ἀπιόντα
- ἀποβάλλω
- ἀποβάλλω (verb) Artem. Onirocr.
- αποεχειν
- ἀποκρίνω
- ἀποκρίνω (gerund) Arist. Gener. anim. ἀποκρίνεσθαι
- ἀποκρίνω (verb) Artem. Onirocr.
- ἀποκρίνω (verb) Artem. Onirocr.
- ἀποκρίνω (verb) Ps.-Plut. Placita
- ἀπόκρισις
- ἀπόκρισις (noun) Artem. Onirocr.
- απολισθανω
- απολισθανω Arist. Hist. anim.
- ἀπολισθάνω (verb) Arist. Hist. anim. zaliqa wa-ḫaraǧa
- ἀπόλλυμι
- ἀπόλλυμι (verb) Artem. Onirocr. fa-ḫaraǧa ʿan yadihi
- ἀπολύω
- ἀπολύω (gerund) Hippocr. Superf. ἀπολυθῆναι
- ἀπολύω (verb) Hippocr. Superf.
- ἀποχωρέω
- ἀποχωρέω (verb) Hippocr. Superf.
- ἀφαιρέω
- ἀφαιρέω (pass. part.) Arist. Phys. ἀφαιρεθείσης = iḏā ḫaraǧa
- ἀφαιρέω (verb) Hippocr. Alim.
- ἀφίημι
- ἀφίημι (verb) Arist. Gener. anim. πλείστην ἀφίησιν ἀποκρισιν γυνή τῶν ζῴων = yaḫruǧuna daman kaṯīran akṯaru min ǧamiʿi ināṯi l-ḥayawāni
- ἀφίημι (gerund) Hippocr. Humor. ἀφίεσθαι
- ἀφίστημι
- ἀφίστημι (verb) Artem. Onirocr. ἀποστῆναι
- γίγνομαι
- γίγνομαι (pass. part.) Arist. Cat.
- γίγνομαι (verb) Hyps. Anaph. ḫaraǧa min ḏālika
- διαφεύγω
- διαφεύγω (verb) Artem. Onirocr.
- διαχωρέω
- διαχωρέω (verb) Hippocr. Genit.; Nat. puer. διαχωρήσει
- διεκπνοή
- διεκπνοή (noun) Ps.-Plut. Placita
- διέξειμι
- διέξειμι (verb) Hippocr. Diaet. acut.
- διέξοδος
- διέξοδος (noun) Hippocr. Humor. mā yaḫruǧu
- εἰμί
- εἰμί (verb) Arist. Rhet.
- ἐκβαίνω
- ἐκβαίνω (verb) Arist. Rhet.
- ἐκδύω
- ἐκδύω (verb) Hippocr. Superf.
- ἐκδύω (verb) Hippocr. Superf.
- ἐκκρίνω
- ἐκκρίνω (verb) Arist. Cael. ḫaraǧa wa-ẓahara
- ἐκκρίνω (verb) Arist. Cael. ḫaraǧa wa-ẓahara
- ἐκκρίνω (verb) Arist. Gener. anim.
- ἐκκρίνω (verb) Arist. Phys. οὐθὲν ἐκκριθήσεται = lā yumkinu an yaḫruǧa
- ἐκκρίνω (gerund) Arist. Phys. ἐκκρίνεσθαι = intafaḍa fa-ḫaraǧa
- ἐκκρίνω (gerund) Galen In De off. med. ἐκκρῖναι
- ἔκκρισις
- ἔκκρισις (noun) Arist. Gener. anim. al-fuḍūlu allatī taḫruǧu minhā
- ἐκκρίσις (noun) Arist. Hist. anim. al-ruṭūbatu allatī taḫruǧu mina l-ǧasadi
- ἐκπέμπω
- ἐκπέμπω (verb) Alex. An. mant. [Vis.] ἐκπέμπω c. acc. = ḫarağa c. acc.
- ἐκπίπτω
- ἐκπίπτω (verb) Artem. Onirocr. yaṭīru fa-yaḫruǧu
- ἐκπίπτω (gerund) Hippocr. Superf. ἐκπεσεῖν
- ἐκπίπτω (verb) Hippocr. Superf.
- ἔκπτωσις
- ἔκπτωσις (noun) Hippocr. Alim.
- ἐκπυρηνίζω
- ἐκπυρηνίζω (verb) Arist. Phys. yanfaššu fa-yaḫruǧu ʿanhu
- ἐκρέω
- ἐκρέω (verb) Artem. Onirocr. yaǧrī wa-yaḫruǧu
- ἔκστασις
- ἔκστασις (noun) Nicom. Arithm. ἔκστασιν ποιεῖ = fa-huwa yaḫruǧu
- ἐκφαίνω
- ἐκφαίνω (verb) Artem. Onirocr. ἐκφαίνομαι = yaḫraǧūna...fa-yankašifūna
- ἐκφέρω
- ἐκφέρω (verb) Artem. Onirocr. ἐκφέρομαι = yamūtu fa-yuḫarraǧu min al-madīnati
- ἐκχωρέω
- ἕλκω
- ἕλκω (verb) Galen An. virt. εἰς παραφροσύνην ἑλκόμεθα ... εἰς μελαγχολίαν = aḫraǧati l-insāna ilā l-waswāsi ... ḫaraǧa ilā l-mālanḫūliyā
διὰ τί χολῆς μὲν ξανθῆς ἐν ἐγκεφάλῳ πλεοναζούσης εἰς παραφροσύνην ἑλκόμεθα διὰ τί δὲ τῆς μελαίνης εἰς μελαγχολίαν Galen An. virt. 39.14 = al-sababu llaḏī min aǧlihī matā kaṯurati l-mirratu l-ṣafrāʾu fī l-dimāġi aḫraǧati l-insāna ilā l-waswāsi wa-iḏā kaṯurat fīhi l-mirratu l-sawdāʾu ḫaraǧa ilā l-mālanḫūliyā 15.7 - ἐλλείπω
- ἐλλείπω (gerund) Arist. Gener. anim. μηδὲν ἐλλείπειν = lā yaḫruǧu šayʾun minhā ilā-l-ifrāṭi
- ἐμέω
- ἐμέω (prep.) Hippocr. Nat. hom. yaḫruǧu...bi-l-qayʾi wa-l-ishāli
- ἐξαγωγή
- ἐξαγωγή (noun) Arist. Rhet. paraphr.; allatī yanbaġī an tuḫraǧa
- ἐξαφίημι
- ἐξαφίημι (verb) Artem. Onirocr.
- ἔξειμι
- ἔξειμι (act. part.) Arist. Gener. anim. ἐξιόντα
- ἔξειμι (act. part.) Hippocr. Genit.; Nat. puer. ἐξιοῦσαν
- ἔξειμι (verb) Hippocr. Superf.
- ἐξέρχομαι
- ἐξέρχομαι (verb) Arist. Cael.
- ἐξέρχομαι (verb) Arist. Gener. anim.
- ἐξέρχομαι (verb) Arist. Metaph.
- ἐξέρχομαι (verb) Arist. Meteor.
- ἐξέρχομαι (verb) Artem. Onirocr.
- ἐξέρχομαι (verb) Artem. Onirocr.
- ἐξέρχομαι (verb) Artem. Onirocr.
- ἐξέρχομαι (verb) Hippocr. Genit.; Nat. puer. ἐξέλθῃ
- ἐξέρχομαι (verb) Hippocr. Genit.; Nat. puer.
- ἐξέρχομαι (verb) Hippocr. Superf.
- ἐξέρχομαι (verb) Hippocr. Superf.
- ἐξίστημι
- ἐξίστημι (verb) Galen In De off. med.
- ἐξίστημι (verb) Hippocr. Off. med.
- εξκρισις
- ἔξοδος
- ἔξοδος (noun) Hippocr. Alim.
- ἐξονειρώσσω
- ἐξονειρώσσω (verb) Hippocr. Genit.; Nat. puer. al-minā llaḏī yaǧrī wa-yaḫruǧu fī l-manāmi bi-l-iḥtilāmi
- ἔξω
- ἔξω (adv.) Arist. An. post. ἀλλ' οὐκ ἔξω τοῦ γένους = ġayru annahu laysa yaḫruǧu ʿan ǧinsihi
- ἔξω (adv.) Arist. An. post. οὐ μέντοι ἒξω τοῦ γένους = ġayru annahā lā taḫruǧu ʿan ǧinsihi
- ἔξω (adv.) Hippocr. Superf. ἔξω ... χωρέειν
- ἔξω (adv.) Hippocr. Superf. χωρςῃ ἔξω
- ἐπεξέρχομαι
- ἐπεξέρχομαι (pass. part.) Arist. Rhet. amplif.; allaḏīna lam yaḫruǧ lahum al-ḥukmu
- ἡγέομαι
- ἡγέομαι (verb) Hippocr. Superf. yaḫruǧu... awwalan
- λέγω
- λέγω (verb) Artem. Onirocr. yaḫruǧu bi-l-ḥisābi
- λύω
- λύω (verb) Arist. Cael. ḫaraǧa (min)
- μεθίστημι
- μεθίστημι (verb) Arist. Cael. ḫaraǧa (min)...wa-taḥarraka (ilā)
- Μεταβάλλω
- Μεταβάλλω (verb) Plot. Μεταβάλλουσαι = فإن خرجت من ذاتها
Μεταβάλλουσαι δὲ ἐκ τοῦ ὅλου εἰς τὸ μέρος τε εἶναι IV 8, 4.10 = فإن خرجت من ذاتها أي من الكل إلى الجزء 108.15 - μεταλλεύω
- μεταλλεύω (pass. part.) Arist. Meteor. μεταλλευόμενα = ḫarraǧa mina l-arḍi
- μεταλλεύω (pass. part.) Arist. Meteor. τὰ μεταλλευόμενα = kullu mā yaḫruǧu mina l-maʿādini
- ὁρμάω
- ὁρμάω (verb) Arist. Cael.
- ποιέω
- ποιέω (verb) Nicom. Arithm. ἔκστασιν ποιεῖ = fa-huwa yaḫruǧu
- πορεύω
- πορεύω (verb) Artem. Onirocr. πορεύομαι = yaḫruǧa...aw yataqaddama
- πρόειμι
- πρόειμι (verb) Alex. An. mant. [Vis.]
- πρόειμι (pass. part.) Arist. Gener. anim.
- προεκπίπτω
- προεκπίπτω (verb) Hippocr. Superf. ḫaraǧa... ilā ḫāriǧin
- προέρχομαι
- προέρχομαι (verb) Artem. Onirocr.
- προΐημι
- προΐημι (verb) Ps.-Plut. Placita προΐεμαι
- προοδοποιέομαι
- προοδοποιέομαι (verb) Arist. Rhet.
- προχέω
- προχέω (verb) Ps.-Plut. Placita προχέομαι
- προχωρέω
- προχωρέω (gerund) Hippocr. Superf. προχωρεῖν
- στρατεύω
- στρατεύω (verb) Artem. Onirocr. στρατεύομαι = al-ǧundiyyu wa-man yaḫruǧu fī l-ʿasākiri
- στρατεύω (verb) Artem. Onirocr. στρατεύομαι = yaḫruǧu ilā l-ʿasākiri
- συνεξέρχομαι
- συνεξέρχομαι (verb) Artem. Onirocr.
- συνεξέρχομαι (verb) Hippocr. Nat. hom. ḫaraǧa fī
- συνθλίβω
- συνθλίβω (pass. part.) Arist. Phys. συνθλιβόμενος = iḏā ʿuṣira nfašša fa-ḫaraǧa ʿanhu
- συνίστημι
- τυχαῖος
- τυχαῖος (adj.) Ps.-Plut. Placita mā yaḫruǧu mina l-ttifāqi
- ὑπερέχω
- ὑπερέχω (verb) Hippocr. Superf.
- ὑπερέχω (verb) Hippocr. Superf. ḫaraǧat... badʾan
- φέρω
- φέρω (pass. part.) Hippocr. Superf. ἐπι πόδας φερομένου = ḫaraǧat ilā ḫilāfin
- φύω
- φύω (verb) Artem. Onirocr.
- χωρέω
- χωρέω (verb) Hippocr. Genit.; Nat. puer.
- χωρέω (verb) Hippocr. Genit.; Nat. puer.
- χωρέω (verb) Hippocr. Genit.; Nat. puer.
- χωρέω (act. part.) Hippocr. Genit.; Nat. puer.
- χωρέω (verb) Hippocr. Superf.
- χωρέω (verb) Hippocr. Superf.
- χωρέω (verb) Hippocr. Superf. χωρέῃ ἔξω
- χωρέω (verb) Hippocr. Superf. θύρηφι χωρέει = ḫaraǧa... ilā ḫāriǧin
- χωρέω (gerund) Hippocr. Superf. ἔξω ... χωρέειν