Lookup cumulative lexical entry: كثير

  1. comparative
    • comparative Galen An. virt. παχύτερος = kaṯīru l-ġalīẓi
      ἔστι δ’ ἰσχύος μὲν ποιητικώτερον τὸ παχύτερον αἷμα καὶ θερμότερον Galen An. virt. 51.17 = inna l-dama l-kaṯīra l-ġalīẓi l-kaṯīra l-ḥarārati yafʿalu l-quwwata wa-l-ǧalada akṯara 24.9
    • comparative Galen An. virt. θερμότερος = kaṯīru l-ḥarārati
      ἔστι δ’ ἰσχύος μὲν ποιητικώτερον τὸ παχύτερον αἷμα καὶ θερμότερον Galen An. virt. 51.18 = inna l-dama l-kaṯīra l-ġalīẓi l-kaṯīra l-ḥarārati yafʿalu l-quwwata wa-l-ǧalada akṯara 24.9
    • comparative Galen An. virt. ἡμερώτερος = kaṯīru l-salāmati
    • comparative Ps.-Plut. Placita ἀραιότερος = kaṯīru l-taḫalḫuli
    • comparative (adj.) Ps.-Plut. Placita πυκνότερος = kaṯīru l-takāṯufi
  2. ἀεί
  3. ἀνεμώδης
  4. ἀργία
  5. ἀρικύμων
  6. αὐξάνω
  7. ἀφροδισιαστικός
  8. δασύς
  9. δαψίλεια
  10. δαψιλής
  11. διάβροχος
  12. διάφορος
  13. εἷς
    • εἷς (noun) Proclus El. theol. οὐχ ἕν = kaṯīrun
      κατὰ μὲν τὴν ὕπαρξιν ὡς ἓν ὑφεστός (sc. τὸ ἕν), κατὰ δὲ τὴν μέθεξιν οὐχ ἕν Proclus El. theol. 5: 6.8 = ammā fī l-ḏāti fa-l-wāḥidu wāḥidun faqaṭ, laysa fīhi šayʾun mina l-kaṯrati l-battata; wa-ammā fī l-inbiṯāṯi fa-l-wāḥidu huwa kaṯīrun ayḍan aqūlu inna l-kaṯrata tanbaṯṯu mina l-wāḥidi 5.22
  14. ἐκτενής
  15. ἔνιοι
    • ἔνιοι (adj.) Galen An. virt. ἔνια c. gen. = kaṯīrun min
    • ἔνιοι (adj.) Galen An. virt. ἔνιοι τῶν φιλοσόφων = kaṯīrun mina l-falāsifati
    • ἔνιοι (noun) Galen Simpl. medic.
      ὥσπερ ἔνιοι τῶν σικύων τε καὶ μηλοπεπόνων Galen Simpl. med. XI, 671.6 = bi-manzilati kaṯīrin mina l-ḫiyāri wa-l-biṭṭīḫi WGAÜ, Suppl. 2, p. 280.14
  16. ἐνίοτε
  17. ἔπομβρος
  18. εὐεκτικός
  19. εὔυδρος
  20. εὐφυμέω
  21. ἔφυδρος
  22. ἥλιος
  23. ἱκανός
    • ἱκανός (adj.) Arist. Gener. anim.
    • ἱκανός (adj.) Galen Ars Medica ἱκανῶς = ziyādatan kaṯīratan
      εἰ δ’ ἱκανῶς ἄμφω συναυξηθείη τό θ’ ὑγρὸν καὶ θερμόν Galen Ars Medica 13 : 340.11 = fa-in zādati l-kayfiyyatāni ǧamīʿan ziyādatan kaṯīratan aʿnī l-ruṭūbata wa-l-ḥarārata WGAÜ 308.3
  24. ἰσχυρός
  25. λειμακώδης
  26. λειμών
  27. λίαν
  28. λίην
  29. λόφουρος
  30. μακρός
  31. μᾶλλον
  32. μέγας
    • μέγας (adj.) Aelian. Tact. μεγάλας δυνάμεις = kaṯīran mina l-ʿasākiri
    • μέγας (adj.) Artem. Onirocr. kaṯīratun ʿaẓīmatun
    • μέγας (adj.) Artem. Onirocr.
    • μέγας (adj.) Artem. Onirocr.
    • μέγας (adj. sup.) Artem. Onirocr. μέγιστος
    • μέγας (adj.) Artem. Onirocr. ʿaẓīmatun kaṯīratun
    • μέγας (adj.) Galen An. virt.
      αἱ ... ὧραι... οὐ μεγάλας τὰς μεταβολὰς ποιεόμεναι Galen An. virt. 59.7 = azmānu l-sanati … wa-dālika li-annahā laysa tataġayyaru taġayyuran kaṯīran 29.18
    • μέγας (adj. sup.) Galen An. virt. μέγιστος
      ταῦτ᾿ οὖν αὐτὰ τῶν Στωικῶν ἐμέμψατο ... ὁ ... Ποσειδώνιος, [ὃς] ἐν οἷς ἐπαίνων ἐστὶ μεγίστων ἄξιος, ἐν τούτοις αὐτοῖς ὑπὸ τῶν ἄλλων οὐκ ἐπαινεῖται Στωικῶν Galen An. virt. 77.19 = fa-bi-hāḏihi l-ašyāʾi wabbaḫa l-riwāqiyyīna ... Fūsīḏūniyūsu llaḏī yaḏummūnahū wa-yaʿḏulūnahū sāʾiru l-riwāqiyyīna bi-sababi l-ašyāʾi llatī bihā waḥdahā yastaʾhilu l-midḥata l-kaṯīrata 42.8
    • μέγας (adj.) Hippocr. Aer.
  33. μέτριος
  34. μικρός
  35. μυρίος
  36. νοσερός
  37. ὀλίγος
  38. ὁλόχροος
  39. ὀχευτικός
  40. πάμπολυς
  41. παμφάγος
  42. πανσπερμία
  43. παντελῶς
  44. πάνυ
  45. περιουσία
  46. περισσός
  47. πλεῖστος
  48. πλείων
  49. πλεονάζω
  50. πλεοναχός
  51. πλέως
  52. πλῆθος
  53. πλοῖον
  54. ποικίλος
  55. πολλάκις
  56. πολλαπλάσιος
  57. πολλαχῆ
  58. πολλαχῶς
  59. πολλός
  60. πολυαιμέω
  61. πολύαιμος
  62. πολύβροχος
    • πολύβροχος (adj.) Diosc. Mat. med. πολύβροχον... δεῖ ποιεῖν = yanbaġī an yunqaʿa l-ramādu fī l-māʾi muddatan ṯumma yunqaʿu fīhī ramādun āḫarun wa-yufʿalu ḏālika marrātin kaṯīratan
  63. πολύγονος
  64. πολυδυναμις
  65. πολύκαρπος
  66. πολυκέφαλος
  67. πολυμερής
  68. πολυμιγής
  69. πολύμορφος
  70. πολύπους
  71. πολύς
  72. πολυσχήμων
  73. πολυσχιδής
  74. πολυτοκέω
  75. πολυτόκος
  76. πολυχοέω
  77. πολυχόος
  78. πολυχρήματος
  79. πολύχρηστος
  80. πολύχροος
  81. ποσαχῶς
  82. πρόσω
  83. πρόσωθεν
  84. πυκνός
  85. σαρκώδης
  86. συχνός
  87. σφοδρός
  88. τοσοῦτος
    • τοσοῦτος (adj.) Arist. Meteor. τοσοῦτόν ἐστιν ... πλῆθος
      καὶ διὰ τίν' αἰτίαν ἁλμυρὸν τοσοῦτόν ἐστιν ὕδατος πλῆθος Arist. Meteor. II 1, 353a33 = wa-mā bālu l-māʾi l-māliḥu kaṯīran fīhi 467
  89. τριχάς
  90. τροφικός
  91. τρυφή
  92. ὑγρός
  93. ὑπεροχή
  94. φυκώδης
  95. ὡς
The database query could not be executed.